Πολλοί δυτικοί στρατοί στο διάβα των αιώνων φιλοδόξησαν να αντιγράψουν τη νικηφόρα πορεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Μέση Ανατολή και την Ασία. Από τους Σταυροφόρους του Μεσαίωνα, τους Βρετανούς αποικιοκράτες της βικτωριανής εποχής, τους Γερμανούς του Χίτλερ και τους Αμερικάνους επί των προέδρων Μπους.
Όλοι πασχίζουν να βρουν και να αντιγράψουν τη «μαγική φόρμουλα» που θα τους εξασφαλίσει γρήγορη και σίγουρη κατάκτηση της πανάρχαιας κοιτίδας της ανθρωπότητας: τη Μεσοποταμία, τη Περσία και τη Βακτριανή.
Ένας μόνο στρατός κατάφερε να το κάνει αυτό και δεν ήταν άλλος από τους φαλαγγίτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και το θρυλικό ιππικό του: τους Βασιλικούς Εταίρους.
Η τακτική που ακολούθησε κυρίως ο Μ Αλέξανδρος ήταν της «σφύρας και αμόνι», αμόνι θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν οι φάλαγγες των σαρισοφόρων και σφύρα οι εταίροι, δηλαδή επίλεκτοι ιππείς που κυρίως ήταν ευγενείς μακεδόνες.
Οι Μακεδόνες ευγενής ήταν μεγαλοκτηματίες (απόγονοι των καλύτερων Μακεδόνων πολεμιστών). Αυτοί ήταν μια ολιγομελής ομάδα που δεν ξεπερνούσε τους 600 άνδρες και ήταν η βασιλική σωματοφυλακή, επειδή ήταν ευκατάστατοι είχαν την δυνατότητα να προμηθευτούν αξιόλογες ράτσες θεσσαλικά και μακεδονικά άλογα και να εξοπλιστούν κατά τον καλύτερο τρόπο, ο μικρός τους αριθμός όμως τους έκανε αναποτελεσματικούς, αυτά μέχρι που βασίλευσε ο Φίλιππος ο Β, αυτός έδωσε γη, προνόμια και χρήμα σε ικανούς ιππείς, όχι μόνο μακεδόνες αλλά και Θεσσαλούς και νοτιοέλληνες και έτσι τους προήγαγε στην κατηγορία ων εταίρων, έτσι ο Αλέξανδρος παρέλαβε ένα σώμα από 2.000 εταίρους.
Οι εταίροι αποτέλεσαν καινοτομία για την εποχή τους, μπορεί να θεωρηθεί το πρώτο βαρύ ιππικό, δεν εκτελούσε επίθεση αλλά φύλαγε τα πλάγια του στρατεύματος, και επέμβαινε στην καταδίωξη και εξόντωση του εχθρού όταν υποχωρούσε, στην Χαιρώνεια πχ χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο κρούσης και έτσι κυρίως χρησιμοποιήθηκε από τον Μ Αλέξανδρο και στην συνέχεια.
Ο οπλισμός τους ήταν εξαιρετικός, έφεραν πλήρη πολεμική πανοπλία, όλο μεταλλικό θώρακα ή με λινοθώρακα ενισχυμένο με μεταλλικά ελάσματα, κράνος «βοιωτικού τύπου», λόγχη 3 ή 4 μέτρων η λόγχη αυτή ονομαζόταν «ξύστον» (οι Θεσσαλοί πολεμούσαν με ελαφρότερες λόγχες «παλτά»), θλαστικό ξίφος 80-90 εκατοστά, μονής κοπής, αποτελεσματικό για χτυπήματα από πάνω προς τα κάτω λεγόταν «κοπίς», δεν έφεραν ασπίδα παρά μόνο όταν πολεμούσαν πεζοί και ήταν οργανωμένοι σε ίλες 200-250 ατόμων, δρούσαν σε σχηματισμό σφήνας, εν αντιθέσει με τους Θεσσαλούς ιππείς που πολεμούσαν σε σχήμα ρόμβου (αποτελεσματικότερος σχηματισμός με δυνατότητα ακαριαίας αλλαγής μετώπου).
Το μακεδονικό ιππικό αποτελούνταν από δύο τμήματα: αυτό των Εταίρων, που απαρτιζόταν από ευγενείς μακεδόνες, και αυτό των Θεσσαλών. Το ιππικό των «Εταίρων» (=συντρόφων) ήταν χωρισμένο σε 8 ίλες.
Κάθε ίλη είχε 200 ιππείς, εκτός από αυτήν του βασιλιά που είχε 300 ιππείς. Οι Θεσσαλοί ιππείς έφεραν κοντύτερη λόγχη και είχαν χαλαρότερο σχηματισμό. Οι πολεμικές ίλες του ιππικού περιβάλλονταν από ελαφρύτερο ιππικό, τους «Προδρόμους», που έφεραν ίσως ασπίδες και βοηθητικό υλικό για αναγνωριστικές εφόδους. Σε περίπτωση ανάγκης κατά την επίθεση όμως έπαιρναν και αυτοί μακριές λόγχες.
Οι εταίροι διατηρήθηκαν και μετά τον θάνατό του Μ Αλεξάνδρου στα βασίλεια των Σελευκιδών και των Λαγιδών, άλλαξαν όμως ως προς την κοινωνική προέλευση τους και τον τρόπο που πολεμούσαν και που εξοπλιζόταν.
Σαν έννοια του βαρέως ιππικού ατόνησε τόσο στην ελληνιστική περίοδο όσο και στη Ρωμαϊκή, επανήλθε η λογική αυτή στους στρατούς των πρώτων μεταχριστιανικών χρόνων κυρίως στους Γερμανούς και Σκύθες.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.