Η βασική αρχή στην οποία στηρίζεται η
θεωρία της ρεαλιστικής σύγκρουσης (Campbell,1965, Sherif, 1967) είναι
πως ο ανταγωνισμός μεταξύ ομάδων έχει ως αποτέλεσμα αρνητικές στάσεις
και συμπεριφορές ανάμεσα σε ομάδες.Με άλλα
λόγια, μια πραγματική (ή και φανταστική) σύγκρουση συμφερόντων δύο ή
περισσότερων ομάδων για περιορισμένους πόρους (αγαθά εν ανεπάρκεια
δημιουργεί ρεαλιστική σύγκρουση μεταξύ αυτών των ομάδων με αποτέλεσμα
αρνητικές στάσεις και συμπεριφορές.
Τα «πειράματα των θερινών κατασκηνώσεων»
του Sherif που θεωρούνται κλασικά στο χώρο των διομαδικών σχέσεων,
σχεδιάστηκαν για τον εμπειρικό έλεγχο της θεωρίας. Στα πειράματα αυτά
έλαβαν μέρος αγόρια ηλικίας περίπου 12 ετών. Στην τυπική διαδικασία μια
ομάδα 20-25 παιδιών, ομοιογενής ως προς κάποια βασικά κοινωνικά, φυσικά
και ψυχολογικά χαρακτηριστικά, έφτανε στην κατασκήνωση. Χωρίζονταν σε
δύο ομάδες αμέσως μόλις έφταναν, με αποτέλεσμα η μία ομάδα να αγνοεί την
ύπαρξη της άλλης. Για κάποιο χρονικό διάστημα οι δύο ομάδες δεν
έρχονταν σε επαφή μεταξύ τους και καθεμιά είχε τις δικές της
δραστηριότητες.
Στη δεύτερη φάση του πειράματος οι
ερευνητές διοργάνωσαν αθλητικούς αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων. Οι
νικητές θα έπαιρναν κάποιο έπαθλο. Σε αυτές τις συνθήκες ρεαλιστικές
σύγκρουσης η συμπεριφορά των μελών της κάθε ομάδας απέναντι στα μέλη της
άλλης ήταν εχθρική και συχνά επιθετική. Τα μέλη της μιας ομάδας δεν
έχαναν ευκαιρία να προκαλούν, να μειώνουν, να εκφράζονται επιθετικά
απέναντι στα μέλη της άλλης ομάδας κατάσταση που γενικεύτηκε (διαρκείς
τσακωμοί στην τραπεζαρία κατά τη διάρκεια των γευμάτων).
Στην τρίτη φάση του πειράματος, οι
ερευνητές δημιούργησαν τέτοιες συνθήκες ώστε οι δύο ομάδες έπρεπε να
ενώσουν τις δυνάμεις τους για την επίτευξη ενός κοινού στόχου. Για
παράδειγμα το αυτοκίνητο που έφερνε την ταινία που θα έβλεπαν τα παιδιά
πάθαινε βλάβη και για να φτάσει όλα τα παιδιά έπρεπε να ενώσουν τις
δυνάμεις τους και να το σπρώξουν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της
σύγκρουσης και της προκατάληψης.
βιβλιογραφία
Campbell,
D.T. (1965) Ethnocentric and other altruistic motives. In D. Levine
(Ed.) Nebraska Symposium on Motivation (pp. 283-311). Lincoln, NE:
University of Nebraska Press
Sherif, M. (1967) Group conflict and co-operation: their social psychology. London: Routldge & Kegan Paul
Γεώργας, Δ. (1995) Κοινωνική Ψυχολογία τόμος β’ σελ. 99-104
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.