Ο θυρεοειδής είναι ένας από τους
βασικότερους αδένες του σώματος. Βρίσκεται στον λαιμό μπροστά από τον
λάρυγγα (κάτω από το μήλο του Αδάμ) και αποτελείται από τον δεξιό και
αριστερό λοβό, που συνδέονται με τον ισθμό.
Ο θυρεοειδής προσλαμβάνει ιώδιο από το αίμα και συνθέτει ορμόνες
(θυροξίνη-τριιωδοθυρονίνη). Οι ορμόνες αυτές εισέρχονται στα κύτταρα
και αυξάνουν το μεταβολισμό του οργανισμού και τη θερμοκρασία του
σώματος.
Η αύξηση της παραγωγής των ορμονών προκαλεί τον υπερθυρεοειδισμό, ενώ η ελάττωσή τους υποθυρεοειδισμό.
Εκτός από τη θυροξίνη και τριιωδοθυρονίνη, ο θυρεοειδής παράγει και την ορμόνη καλσιτονίνη που παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση του ασβεστίου στο αίμα. Η αύξηση της τιμής της συνδέεται με το μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς.
Η πιο συνηθισμένη πάθηση του θυρεοειδούς είναι η βρογχοκήλη (υπερπλασία του αδένα) και συνήθως οφείλεται σε έλλειψη ιωδίου.
Η βρογχοκήλη συχνά συνοδεύεται από συμπαγείς όζους (υπερπλαστικούς), οι οποίοι είναι κυτταροβριθείς και πολλές φορές εκφυλίζονται κυστικά και περιέχουν αίμα ή κολλοειδές (κολλοειδείς όζοι).
Το κολλοειδές είναι φυσιολογική ουσία που βρίσκεται στον θυρεοειδή. Εκεί αποθηκεύονται οι ορμόνες του θυρεοειδούς, συνδέονται με τη θυρεοσφαιρίνη και απεκκρίνονται βαθμιαία στην κυκλοφορία.
Οι όζοι
Οι όζοι της βρογχοκήλης είναι κατά κανόνα καλοήθεις όζοι και αντιμετωπίζονται θεραπευτικά με τη χορήγηση θυροξίνης. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι πολλές φορές ο καρκίνος του θυρεοειδούς -και μάλιστα ο πιο συχνός από αυτούς, το θηλώδες καρκίνωμα- είναι δύσκολο να διακριθεί υπερηχογραφικά από έναν καλοήθη όζο. Σε πολλές περιπτώσεις οζώδους βρογχοκήλης το θηλώδες καρκίνωμα μπορεί να είναι ο μικρότερος εκ των όζων, με μέγεθος μικρότερο του εκατοστού.
Οι όζοι του θυρεοειδούς συχνά ψηλαφούνται από τους ίδιους τους ασθενείς ή φαίνονται στον καθρέφτη. Στο υπερηχογράφημα του θυρεοειδούς οι όζοι ανευρίσκονται σε ποσοστό 30-40% ως τυχαίο εύρημα -και κυρίως στις γυναίκες. Η ευαισθησία της μεθόδου (η δυνατότητα δηλαδή των υπερήχων στην ανίχνευση των όζων) πλησιάζει το 100%.
Στο σπινθηρογράφημα, ανάλογα με το αν είναι λειτουργικοί (δηλ. αν παράγουν ορμόνες) ή όχι, χαρακτηρίζονται θερμοί ή ψυχροί αντίστοιχα. Οι ψυχροί όζοι είναι περισσότεροι (85%) και έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι κακοήθεις. Αντίθετα οι θερμοί όζοι σπάνια είναι κακοήθεις. Ο καρκίνος του θυρεοειδούς σε έδαφος οζώδους βρογχοκήλης είναι σχετικά σπάνιος (2%), αυξάνεται όμως η πιθανότητα (4%) σε περίπτωση μονήρους όζου, ενώ είναι ακόμα μεγαλύτερη αν ο μονήρης όζος είναι ψυχρός στο σπινθηρογράφημα και σκληρός στην ψηλάφηση.
Οι όζοι του θυρεοειδούς έχουν μεγάλη ποικιλία στην απεικόνισή τους με υπερήχους. Ανάλογα με το αν αντανακλούν ή απορροφούν τους υπερήχους χαρακτηρίζονται υπερηχογενείς ή υποηχογενείς αντίστοιχα. Ανάλογα με το σχήμα τους είναι στρογγυλοί ή ατρακτοειδείς, με τη μεγαλύτερη διάμετρο παράλληλη ή κάθετη στον επιμήκη άξονα του θυρεοειδούς. Μπορεί να έχουν σαφές ή ασαφές περίγραμμα, να περιβάλλονται από λεπτή ή παχιά άλω, να είναι συμπαγείς ή κυστικά εκφυλισμένοι. Τέλος, μπορεί να περιέχουν μικροαποτιτανώσεις ή αδρές αποτιτανώσεις ή να είναι αποτιτανωμένοι σε όλη τους την περιφέρεια. Ο έλεγχος με έγχρωμο Doppler τούς διακρίνει σε αυτούς που έχουν μόνο περιφερική αγγείωση και σε αυτούς που έχουν και περιφερική και κεντρική αγγείωση.
Υποπτα χαρακτηριστικά θυρεοειδικού όζου θεωρούνται η υποηχογένεια, η ύπαρξη μικροαποτιτανώσεων εντός αυτού, η ύπαρξη αδρών αποτιτανώσεων στο κέντρο του, το ασαφές περίγραμμα, η παχιά και ασύμμετρη άλω, το στρογγυλό σχήμα του ή σε περίπτωση επιμήκους όζου η μεγαλύτερη διάμετρος να είναι κάθετη στον επιμήκη άξονα του θυρεοειδούς. Επίσης, η ύπαρξη κεντρικής και περιφερικής αγγείωσης του όζου στον έλεγχο με έγχρωμο Doppler επιβαρύνει την πρόγνωση, όπως επίσης και η αύξηση του μεγέθους σε συγκριτικά υπερηχογραφήματα παρά τη χορήγηση θυροξίνης. Επιβαρυντικό στοιχείο αποτελεί ακόμα η υποχώρηση του όζου στην προσπάθεια παρακέντησης (σκληρός όζος), εύρημα που συνηγορεί στην ύπαρξη διαφορετικού ιστού στον θυρεοειδή.
Ατρακτοειδείς κυστικά εκφυλισμένοι όζοι ή όζοι αποτιτανωμένοι στην περιφέρειά τους σπάνια είναι κακοήθεις. Πάντως, ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά τους, οι όζοι άνω του εκατοστού συνήθως παρακεντώνται.
Η παρακέντηση
Η διαδικασία παρακέντησης του θυρεοειδούς όζου με καθοδήγηση υπερήχων είναι μια απλή διαδικασία (η αίσθηση του εξεταζομένου είναι περίπου αυτή της ενδομυϊκής ένεσης).
Μία απλή βελόνα αιμοληψίας (18G) εισάγεται στον λαιμό και παρακολουθείται η πορεία της με υπερήχους ώσπου η άκρη της να εισέλθει στον όζο. Στη συνέχεια αναρροφάται υλικό και αποστέλλεται στον κυτταρολόγο. Η μέθοδος δεν θέλει καμιά προετοιμασία πλην της αποφυγής λήψης ασπιρίνης ή αντιπηκτικών, καθώς υπάρχει η πιθανότητα να δημιουργηθεί αιμάτωμα στο σημείο της παρακέντησης. Δεν υπάρχει κανένας περιορισμός μετά το τέλος της μεθόδου.
Η μέθοδος έχει μεγάλη αξιοπιστία (70-97%) και εξαρτάται από την εμπειρία του ακτινολόγου και του κυτταρολόγου. Συχνά όμως παρουσιάζει ψευδή αρνητικά αποτελέσματα (20%). Για τον λόγο αυτό επιβάλλεται η επανάληψη της μεθόδου ανά διαστήματα. Σε περίπτωση ανεπαρκούς υλικού, αυτό μπορεί να οφείλεται στην κυστική εκφύλιση του όζου.
Η FNA βοηθά επίσης στη διάγνωση του αδενώματος (καλοήθης όζος του θυρεοειδούς) που απαντά σε ποσοστό 5-10%, όπως επίσης και των εστιών θυρεοειδίτιδος, μιας ιδιαίτερα συχνής πάθησης του θυρεοειδούς, που μοιάζουν με θυρεοειδικούς όζους.
Γενικά η FNA είναι η καλύτερη μέθοδος στη διάκριση των καλοήθων από τους κακοήθεις όζους του θυρεοειδούς.
enet.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.