Aρκεί μια βόλτα στις γειτονιές και το κέντρο της Αθήνας για να συνειδητοποιήσει κανείς πως δεν είναι λίγα τα σπίτια τα οποία έχουν ήδη στολίσει τα μπαλκόνια τους με πολύχρωμα λαμπιόνια, έχουν τοποθετήσει στις αυλές τους Άγιους Βασίληδες και ξωτικά και εν γένει έχουν μπει σε κλίμα εορταστικό. Οι πιο… τολμηροί μάλιστα, έχουν φροντίσει να προμηθευτούν εγκαίρως το χριστουγεννιάτικο δέντρο και να στολίσουν με αυτό το σαλόνι τους ή να φέρουν από την αποθήκη το παραδοσιακό καραβάκι, αν υπάρχει. Ποια από αυτά όμως συνδέονται με την ελληνική παράδοση και πώς;
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο φαίνεται ότι εμφανίστηκε στη νεώτερη Ελλάδα την εποχή του Όθωνα και έχει ήδη πάνω από ενάμιση αιώνα ζωής στη χώρα μας. Ως έθιμο προέρχεται από τη Γερμανία και τη Σκανδιναβία, όμως αξίζει να σημειωθεί πως η χρήση πράσινων κλαδιών αειθαλών δένδρων υπήρχε και στις αρχαίες γιορτές των «δεντροφοριών» και στις ρωμαϊκές και βυζαντινές καλένδες (οι πρώτες ημέρες των ρωμαϊκών μηνών). «Από την αρχαιότητα υπήρχε η συνήθεια να φέρνουν κλαδιά αειθαλών δέντρων και να στολίζουν τα σπίτια τον χειμώνα για να έχουν ‘καλή χρονιά’», λέει η κ. Αικατερίνη Πολυμέρου, Διδάκτωρ Φιλολογίας και Διευθύντρια του Κέντρου Λαογραφίας Ακαδημίας Αθηνών.
«Τα κλαδιά αυτά τα στόλιζαν με καρύδια, αμύγδαλα μικρά μήλα ή πορτοκάλια για να δείχνουν πιο όμορφα, αν και αρκετές φορές είχαν από μόνα τους πάνω μικρούς καρπούς. Έτσι η ευρωστία των αειθαλών δέντρων μεταφερόταν μέσα στο σπίτι ώστε να είναι και αυτό ‘αειθαλές’ καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου», σημειώνει και προσθέτει: «Όσον αφορά το χριστουγεννιάτικο δέντρο, το έφεραν οι Βαυαροί όμως άρεσε στους Έλληνες γιατί ήταν κάτι με το οποίο είχαν οικειότητα και θεωρούσαν όμορφο, τόσο για το σχήμα του όσο και για τα πυκνά του φύλλα».
«Τα κλαδιά αυτά τα στόλιζαν με καρύδια, αμύγδαλα μικρά μήλα ή πορτοκάλια για να δείχνουν πιο όμορφα, αν και αρκετές φορές είχαν από μόνα τους πάνω μικρούς καρπούς. Έτσι η ευρωστία των αειθαλών δέντρων μεταφερόταν μέσα στο σπίτι ώστε να είναι και αυτό ‘αειθαλές’ καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου», σημειώνει και προσθέτει: «Όσον αφορά το χριστουγεννιάτικο δέντρο, το έφεραν οι Βαυαροί όμως άρεσε στους Έλληνες γιατί ήταν κάτι με το οποίο είχαν οικειότητα και θεωρούσαν όμορφο, τόσο για το σχήμα του όσο και για τα πυκνά του φύλλα».
Το στολισμένο ελληνικό παραδοσιακό καραβάκιαποτελεί παράδοση των παλαιών εποχών της χώρας, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το ξενόφερτο χριστουγεννιάτικο δέντρο «εκτόπισε» το κατ’εξοχήν ελληνικό αυτό έθιμο. Κατά πόσο όμως ευσταθεί αυτός ο ισχυρισμός;
«Υπάρχει η άποψη ότι θα πρέπει ως λαός που βρίσκεται κοντά στην θάλασσα να έχουμε σαν κύριο έθιμο τα Χριστούγεννα τον στολισμό του καραβιού. Το καράβι στολιζόταν στα παραθαλάσσια μέρη, κυρίως από παιδιά όταν αυτά πήγαιναν να πουν τα κάλαντα, ενώ μέσα στο μικρό καραβάκι οι νοικοκυρές τα φίλευαν με κουραμπιέδες και κάθε λογής γλυκά», σημειώνει η κ. Πολυμέρου.
«Όμως δεν είναι όλη η Ελλάδα παραθαλάσσια και αν μάλιστα θέλουμε να θυμηθούμε τα λόγια του μεγάλου Έλληνα λαογράφου Δημήτριου Λουκάτου, το καράβι θυμίζει χωρισμούς. Δεν είναι κάτι το οποίο ενώνει και έχει συνδεθεί με τον τρόπο που έφευγαν οι ξενιτεμένοι, ενώ κάτω από το δέντρο κάθονταν οι άνθρωποι για να περάσουν το καλοκαίρι, για να κουβεντιάσουν. Το δέντρο ενώνει», αναφέρει σχετικά.
«Ο λαός το θεωρεί εδώ και αιώνες ως κάτι το ιερό. Το δέντρο με τα αναβλαστικά σχήματα και το πράσινο χρώμα ήταν πάντα σύμβολο ζωής. Αν εξετάσουμε γενικά το καράβι στην ελληνική παράδοση, το παρατηρούμε αρκετά συχνά ως τάμα σε εικόνες αγίων. Σαν ναυτικός λαός οι Έλληνες που ταξίδευαν, όταν ξεπερνούσαν μια δυσκολία έκαναν τάμα στην Παναγία ένα χρυσό ομοίωμα καραβιού. Δεν είχαν παλαιότερα οι άνθρωποι την συνήθεια να φτιάχνουν καράβια και να τα στολίζουν μέσα στο σπίτι», προσθέτει.
Η «στροφή» προς το καράβι έγινε σύμφωνα με την κ. Πολυμέρου εξαιτίας της κοινής πεποίθησης ότι η κοπή τον δέντρων είναι ενάντια στην φύση. Πράγματι, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, συζητήθηκε έντονα στη χώρα μας το ζήτημα κατάργησης του χριστουγεννιάτικου δέντρου και αντικατάστασής του από το καράβι, δεδομένου ότι αυτό συνδύαζε την παράδοση με την οικολογική συνείδηση. «Ίσως να είναι και έτσι με την αλόγιστη κοπή δέντρων που γινόταν παλαιότερα. Η αυθαιρεσία όμως αυτή, δεν σημαίνει ότι φταίει το έθιμο, αυτό είναι υπερβολή», λέει χαρακτηριστικά.
«Υπάρχει η άποψη ότι θα πρέπει ως λαός που βρίσκεται κοντά στην θάλασσα να έχουμε σαν κύριο έθιμο τα Χριστούγεννα τον στολισμό του καραβιού. Το καράβι στολιζόταν στα παραθαλάσσια μέρη, κυρίως από παιδιά όταν αυτά πήγαιναν να πουν τα κάλαντα, ενώ μέσα στο μικρό καραβάκι οι νοικοκυρές τα φίλευαν με κουραμπιέδες και κάθε λογής γλυκά», σημειώνει η κ. Πολυμέρου.
«Όμως δεν είναι όλη η Ελλάδα παραθαλάσσια και αν μάλιστα θέλουμε να θυμηθούμε τα λόγια του μεγάλου Έλληνα λαογράφου Δημήτριου Λουκάτου, το καράβι θυμίζει χωρισμούς. Δεν είναι κάτι το οποίο ενώνει και έχει συνδεθεί με τον τρόπο που έφευγαν οι ξενιτεμένοι, ενώ κάτω από το δέντρο κάθονταν οι άνθρωποι για να περάσουν το καλοκαίρι, για να κουβεντιάσουν. Το δέντρο ενώνει», αναφέρει σχετικά.
«Ο λαός το θεωρεί εδώ και αιώνες ως κάτι το ιερό. Το δέντρο με τα αναβλαστικά σχήματα και το πράσινο χρώμα ήταν πάντα σύμβολο ζωής. Αν εξετάσουμε γενικά το καράβι στην ελληνική παράδοση, το παρατηρούμε αρκετά συχνά ως τάμα σε εικόνες αγίων. Σαν ναυτικός λαός οι Έλληνες που ταξίδευαν, όταν ξεπερνούσαν μια δυσκολία έκαναν τάμα στην Παναγία ένα χρυσό ομοίωμα καραβιού. Δεν είχαν παλαιότερα οι άνθρωποι την συνήθεια να φτιάχνουν καράβια και να τα στολίζουν μέσα στο σπίτι», προσθέτει.
Η «στροφή» προς το καράβι έγινε σύμφωνα με την κ. Πολυμέρου εξαιτίας της κοινής πεποίθησης ότι η κοπή τον δέντρων είναι ενάντια στην φύση. Πράγματι, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, συζητήθηκε έντονα στη χώρα μας το ζήτημα κατάργησης του χριστουγεννιάτικου δέντρου και αντικατάστασής του από το καράβι, δεδομένου ότι αυτό συνδύαζε την παράδοση με την οικολογική συνείδηση. «Ίσως να είναι και έτσι με την αλόγιστη κοπή δέντρων που γινόταν παλαιότερα. Η αυθαιρεσία όμως αυτή, δεν σημαίνει ότι φταίει το έθιμο, αυτό είναι υπερβολή», λέει χαρακτηριστικά.
Η Αγριοκρεμμύδα και το Ρόδι
Η Αγριοκρεμμύδα κάνει συνήθως την… εμφάνισή της κάθε Πρωτοχρονιά, κρεμασμένη για γούρι στην εξώπορτα των σπιτιών. Πρόκειται στην ουσία για έναν μεγάλο βολβό κρεμμυδιού, ο οποίος μπορεί να διατηρηθεί εκτός γης για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. «Συνειρμικά με μια μαγική σκέψη, η Αγριοκρεμμύδα μετέφερε την έννοια της ευρωστίας και της υγείας», αναφέρει η κ. Πολυμέρου. «Λέγανε για παράδειγμα, ‘να είσαι γερός σαν την αγριοκρεμμύδα’ ή ‘αυτός έζησε σαν την Αγριοκρεμμύδα», προσθέτει.
Όσον αφορά το εξίσου δημοφιλές σε όλους μας την περίοδο των γιορτών Ρόδι, η κ. Πολυμέρου επισημαίνει: «Αποτελεί από την αρχαιότητα σύμβολο γονιμότητας και ευφορίας. Για την ευφορία συγκεκριμένα, χαρακτηρίστηκε έτσι καθώς περιέχει πάρα πολλά σπόρια μέσα σε ένα μικρό κέλυφος. Για αυτό το σπάμε μέσα στο σπίτι, για να σκορπιστεί σε αυτό όλη η καλοτυχία και να είναι όλοι μέσα στο σπίτι πλούσιοι όπως το ρόδι, όχι τόσο σε υλικά αγαθά όσο σε αγαθά όπως για παράδειγμα η ζωή».
Η κ. Πολυμέρου εστιάζει στην διαφορά αυτή των ανθρώπων παλαιοτέρων εποχών από τους σημερινούς: «Ο άνθρωπος ο παραδοσιακός, ήταν πολύ περισσότερο αυτάρκης και πολύ λιγότερο πλεονέκτης. Ήθελε να είναι κατά κύριο λόγο καλά στην υγεία του και ευχόταν να έχει τροφή όλη η οικογένειά του και τα ζώα του. Για αυτό και όλα τα έθιμα των εορτών περιστρέφονται γύρω από αυτές τις ευχές: Υγεία, Καλή Χρονιά, ευφορία της γης και καλή αποκατάσταση των παιδιών».
Στολίδια… εισαγωγής
Δεν αποτελούν, όμως όλα τα χριστουγεννιάτικα στολίδια μέρος της ελληνικής παράδοσης. «Πολλά από αυτά έχουν έρθει μέσω του εμπορίου από την Ευρώπη και την Αμερική, όπως για παράδειγμα οι τάρανδοι και ο ‘νέος’ Άγιος Βασίλης. Ο ‘δικός’ μας ξερακιανός Άγιος Βασίλης από την Καισαρεία δεν έχει καμία σχέση με τον κοκκινοφορεμένο γεράκο με τα ρόδινα μάγουλα, απλά επικράτησε μέσω του εμπορίου», λέει σχετικά η κ. Πολυμέρου.
«Παλαιότερα ήταν πιο δύσκολο να έρθουν καινούργια έθιμα, ενώ σήμερα υπάρχει ο εύκολος δρόμος μέσω των εμπορικών καναλιών. Γι’ αυτό άλλωστε και παλαιότερα η παράδοση ήταν πιο σταθερή. Τα Μέσα και η παγκόσμια επικοινωνία έφεραν νέα έθιμα, τα οποία δεν είναι όμως πάντα απορριπτέα. Απλά εμείς δεν έχουμε πλέον την δυνατότητα να τα επιλέξουμε, επιλέγουν άλλοι για εμάς. Εμείς απλά τα λαμβάνουμε ως καταναλωτές, χωρίς εγκράτεια», καταλήγει.
Η Αγριοκρεμμύδα κάνει συνήθως την… εμφάνισή της κάθε Πρωτοχρονιά, κρεμασμένη για γούρι στην εξώπορτα των σπιτιών. Πρόκειται στην ουσία για έναν μεγάλο βολβό κρεμμυδιού, ο οποίος μπορεί να διατηρηθεί εκτός γης για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. «Συνειρμικά με μια μαγική σκέψη, η Αγριοκρεμμύδα μετέφερε την έννοια της ευρωστίας και της υγείας», αναφέρει η κ. Πολυμέρου. «Λέγανε για παράδειγμα, ‘να είσαι γερός σαν την αγριοκρεμμύδα’ ή ‘αυτός έζησε σαν την Αγριοκρεμμύδα», προσθέτει.
Όσον αφορά το εξίσου δημοφιλές σε όλους μας την περίοδο των γιορτών Ρόδι, η κ. Πολυμέρου επισημαίνει: «Αποτελεί από την αρχαιότητα σύμβολο γονιμότητας και ευφορίας. Για την ευφορία συγκεκριμένα, χαρακτηρίστηκε έτσι καθώς περιέχει πάρα πολλά σπόρια μέσα σε ένα μικρό κέλυφος. Για αυτό το σπάμε μέσα στο σπίτι, για να σκορπιστεί σε αυτό όλη η καλοτυχία και να είναι όλοι μέσα στο σπίτι πλούσιοι όπως το ρόδι, όχι τόσο σε υλικά αγαθά όσο σε αγαθά όπως για παράδειγμα η ζωή».
Η κ. Πολυμέρου εστιάζει στην διαφορά αυτή των ανθρώπων παλαιοτέρων εποχών από τους σημερινούς: «Ο άνθρωπος ο παραδοσιακός, ήταν πολύ περισσότερο αυτάρκης και πολύ λιγότερο πλεονέκτης. Ήθελε να είναι κατά κύριο λόγο καλά στην υγεία του και ευχόταν να έχει τροφή όλη η οικογένειά του και τα ζώα του. Για αυτό και όλα τα έθιμα των εορτών περιστρέφονται γύρω από αυτές τις ευχές: Υγεία, Καλή Χρονιά, ευφορία της γης και καλή αποκατάσταση των παιδιών».
Στολίδια… εισαγωγής
Δεν αποτελούν, όμως όλα τα χριστουγεννιάτικα στολίδια μέρος της ελληνικής παράδοσης. «Πολλά από αυτά έχουν έρθει μέσω του εμπορίου από την Ευρώπη και την Αμερική, όπως για παράδειγμα οι τάρανδοι και ο ‘νέος’ Άγιος Βασίλης. Ο ‘δικός’ μας ξερακιανός Άγιος Βασίλης από την Καισαρεία δεν έχει καμία σχέση με τον κοκκινοφορεμένο γεράκο με τα ρόδινα μάγουλα, απλά επικράτησε μέσω του εμπορίου», λέει σχετικά η κ. Πολυμέρου.
«Παλαιότερα ήταν πιο δύσκολο να έρθουν καινούργια έθιμα, ενώ σήμερα υπάρχει ο εύκολος δρόμος μέσω των εμπορικών καναλιών. Γι’ αυτό άλλωστε και παλαιότερα η παράδοση ήταν πιο σταθερή. Τα Μέσα και η παγκόσμια επικοινωνία έφεραν νέα έθιμα, τα οποία δεν είναι όμως πάντα απορριπτέα. Απλά εμείς δεν έχουμε πλέον την δυνατότητα να τα επιλέξουμε, επιλέγουν άλλοι για εμάς. Εμείς απλά τα λαμβάνουμε ως καταναλωτές, χωρίς εγκράτεια», καταλήγει.
http://synodoiporia.blogspot.gr
web-orthodoxy.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.