της Ηρώς Κουνάδη
Ας υποθέσουμε ότι είσαι συγγραφέας, έχεις συλλάβει την τέλεια ιστορία, την γεμάτη σασπένς πλοκή, τους άπαιχτους ήρωες, ακόμα –σε extreme περιπτώσεις– και τις γλώσσες που μιλούν μεταξύ τους, και… Δεν έχεις πού να τους εντάξεις. Η Αμερική είναι πολύ mainstream, η Ευρώπη πολύ κλισέ, η Ασία πολύ εξεζητημένα εξωτική, η Αφρική πολύ terra incognita για τους αναγνώστες σου. Να τους έβαζες στην Ανταρκτική; Πολύ κρύο. Στην Αυστραλία; Μόνο οι Αυστραλοί θα είχαν σημείο αναφοράς.
Τι κάνεις λοιπόν; Φτιάχνεις έναν κόσμο (ή πολλούς διαφορετικούς κόσμους, αν έχεις οίστρο) εξαρχής. Σχεδιάζεις τους χάρτες σου, βρίσκεις κι ένα φίλο με καλλιτεχνικές ανησυχίες να οπτικοποιήσει τα ειδυλλιακά τοπία σου στο χαρτί ή στο πανί της μεγάλης οθόνης, και αφήνεις τους αναγνώστες σου να παραληρούν, ευχόμενοι ο κόσμος σου να υπήρχε και να μπορούσαν να ζήσουν εκεί. Ή και να μην μπορούσαν, γιατί ο κόσμος σου είναι πολύ σκοτεινός/ πολύ φωτεινός/ πολύ γεμάτος παραισθησιογόνα μανιτάρια. Σημασία έχει ότι ενθουσιάζονται και μόνο με την ύπαρξη ενός (ακόμα) φανταστικού κόσμου.
Όπως ενθουσιαστήκαμε κι εμείς, με τους επτά all-time-classic φανταστικούς κόσμους που ακολουθούν. Και όπως ενθουσιαστήκατε κι εσείς, με εκείνους που θα μας γράψετε στα σχόλια, στο τέλος του κειμένου.
Rivendel: Ή οποιοδήποτε άλλο μέρος της Μέσης Γης –και το Shire, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι καθόλου άσχημο, αν το ύψος σου επιτρέπει να χωρέσεις στα σπίτια των Hobbit. Το Rivendel, όμως, το Σχιστό Λαγκάδι των ξωτικών κατά την εμπνευσμένη ελληνική μετάφραση, είναι πιθανότατα ό,τι ομορφότερο έχει να επιδείξει η παγκόσμια λογοτεχνία του 20ου αιώνα –και οι ταινίες του Peter Jackson δεν θα μπορούσαν να το αποδώσουν καλύτερα. Τα παραμυθένια δάση του, το υπέροχο φως που φιλτράρεται από τα κλαδιά των αιωνόβιων δέντρων, οι λίμνες, τα ποτάμια, τα παλάτια των ξωτικών και –βέβαια– τα ίδια τα αιθέρια ξωτικά και η (ε)ξωτική γλώσσα τους είναι όλα λόγοι για να θέλουμε να μείνουμε εκεί. Κι όποιος σκέφτηκε ότι δεν μπορείς να μείνεις στο Rivendel αν δεν είσαι ξωτικό, υπενθυμίζουμε ότι στους φανταστικούς κόσμους μπορείς να είσαι ό,τι θέλεις.
Westeros: Διαλέγετε και παίρνετε: το παγωμένο αλλά υπέροχα μεσαιωνικό Winterfell του Βορρά, ή η ειδυλλιακή πλην γεμάτη (spoiler) αιμοσταγείς εκατομμυριούχους και διπρόσωπους εμπόρους Qarth; Το πανέμορφο αλλά διεφθαρμένο και πλημμυρισμένο από Lanisters King’s Landing, ή το αγριωπό, όμως άρρηκτα συνδεδεμένο με την θάλασσα Pyke του άρχοντα Γκρέιτζοϊ; Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με τα διλήμματα επ’ αόριστον, αλλά το συμπέρασμα στο οποίο μάλλον καταλήγουμε είναι το εξής: όσο και αν ενθουσιαζόμαστε με το Westeros, τα βασίλεια, τις κουλτούρες και τα τοπία του, πιθανότατα δεν θα θέλαμε να μείνουμε σε καμία από τις πόλεις του. Εκτός αν υπήρχε τρόπος να διώξουμε τους Lannisters από το King’s Landing.
Narnia: Ποιο παιδί δεν θα ήθελε να τηλεμεταφέρεται από την ντουλάπα του σε έναν παραμυθένιο κόσμο όπου τα ζώα μιλούν και η μαγεία είναι καθημερινότητα; Ο φανταστικός κόσμος του C.S. Lewis βασίστηκε εν μέρει στην πατρίδα του, την Βόρεια Ιρλανδία: «τα επιβλητικά βουνά της, τα στοιχειωμένα κάστρα της και τα αγριολούλουδά της» όπως είχε δηλώσει ο ίδιος ο συγγραφέας. Τα πλάσματα που κατοικούν τη Narnia είναι οικεία σε οποιονδήποτε εξοικειωμένο με τις ευρωπαϊκές μυθολογίες (της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης) και τα βρετανικά παραμύθια. Έξτρα συν, το σπάνιο πλεονέκτημά της να επικοινωνεί με τον δικό μας κόσμο –πράγμα σπάνιο για τους περισσότερους φανταστικούς κόσμους της λογοτεχνίας. Γνώριμες παρέες και ταξιδάκια πήγαινε-έλα στο «κανονικό» μας σύμπαν, λοιπόν; Άνετα μέναμε στη Narnia.
Χώρα του Ποτέ: Συμφωνούμε, στα αγγλικά ακούγεται πιο ωραία. Η Neverland, λοιπόν, δημιούργημα του J. M. Barrie, «πατέρα» του Peter Pan, είναι ένας συμβολισμός για τα παιδικά μας χρόνια, την αθανασία, και τις τάσεις φυγής από τον συμβατικό μας κόσμο. Και ποιος δεν θα ήθελε να ζει στα παιδικά του χρόνια, σε έναν κόσμο με πολλούς ήλιους και πολλά φεγγάρια, παρέα με τον Peter Pan και την Tinkerbell, σε έναν κόσμο που τον κατοικούν πειρατές –οξύθυμοι ορισμένες φορές, για να μην είναι και τελείως βαρετό– γοργόνες, φλαμίνγκο, Ινδιάνοι, κροκόδειλοι, ξωτικά και νεράιδες; Αν υπάρχει ένας λόγος να προσπαθήσουμε να κάνουμε μόνο χαρούμενες σκέψεις, είναι ότι πολύ άνετα θα μέναμε στη Χώρα του Ποτέ.
Χώρα των Θαυμάτων: Ή Wonderland, για όσους διάβαζαν Lewis Carroll στο πρωτότυπο. Μπαίνετε από την κουνελότρυπα, όπου αποκτάτε μερικές μελανιές-σουβενίρ του ταξιδιού, και βγαίνετε σε έναν κόσμο γεμάτο λουλούδια που μιλάνε, έπιπλα που αλλάζουν μέγεθος, μανιτάρια που αλλάζουν την αντίληψή σας (εντάξει, αυτό ίσως να μην είναι ακριβώς βγαλμένο από την φαντασία του συγγραφέα), γάτες του Chesire που αιωρούνται, σοφές κάμπιες, τρελούς καπελάδες που πίνουν τσάι και διψασμένα για εξουσία τραπουλόχαρτα. Η εξαπάτηση είναι το εθνικό σπορ της Χώρας των Θαυμάτων, ενώ οι γρίφοι και οι όχι-πάντα-καλοπροαίρετες φάρσες θα αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητάς σας. Θα είμαστε ειλικρινείς μαζί σας: μια βόλτα για να σας επισκεφθούμε μπορεί και να περάσουμε, αλλά δύσκολα θα μέναμε στην Χώρα των Θαυμάτων.
Ατλαντίδα: "Ένα νησί στο μέγεθος της Λιβύης και της Ασίας μαζί, στον ωκεανό πέρα από τις Ηράκλειες Στήλες, που «κάποτε ήταν πλοηγήσιμος», βυθίστηκε στη θάλασσα μια νύχτα γύρω στο 9000 π.Χ. γιατί οι θεοί θύμωσαν με τους κατοίκους του, απογόνους του Ποσειδώνα, και τους πολέμους τους". Ή τουλάχιστον αυτά αναφέρει ο Πλάτωνας στον Τίμαιο για την Ατλαντίδα. Πριν αφήσει τους μελετητές του να μαλώνουν και να σπαζοκεφαλιάζουν επί δυόμισι χιλιετίες για το αν ο τόπος που περιγράφει ήταν ποτέ υπαρκτός ή όχι, δίνει και μερικά στοιχεία για την φαντασμαγορική αρχιτεκτονική της, με τα ομόκεντρα κανάλια στο κέντρο του νησιού, τον πλούτο και την εξεζητημένη κουλτούρα των κατοίκων της. Φανταστική ή όχι, κάθε φορά που κάποιος (νομίζει πως) την ανακαλύπτει, σκεφτόμαστε ότι πολύ θα θέλαμε να μείνουμε στην Ατλαντίδα πριν βυθιστεί.
Οζ: Ο γοητευτικότερος από τους πολλούς φανταστικούς κόσμους που δημιούργησε ο L. Frank Baum στις αρχές του 20ου αιώνα για τα βιβλία του, είναι περικυκλωμένος από έρημο σε τέσσερις πλευρές, και χωρισμένος σε τέσσερις περιοχές με την πρωτεύουσά του, τη Σμαραγδένια Πόλη, στο κέντρο κι έναν δρόμο από κίτρινα τούβλα να τα συνδέει όλα μεταξύ τους. Ιπτάμενες μαϊμούδες, λιβάδια παπαρούνας που μπορούν να προκαλέσουν κόμα, πολιτισμένα κουνέλια, μπαλονάνθρωποι, πανκ ρομπότ, μάγισσες, φονικά παπούτσια, λιοντάρια που μιλάνε, μοναχικές πάπιες (για την ακρίβεια, μία και μοναδική μοναχική πάπια), δειλά λιοντάρια, αρσενικές νεράιδες και διεφθαρμένοι μάγοι κάνουν τη χώρα του Οζ ένα σαφώς ενδιαφέρον αλλά μάλλον κουραστικό μέρος για να ζεις.
in2life.gr
Ας υποθέσουμε ότι είσαι συγγραφέας, έχεις συλλάβει την τέλεια ιστορία, την γεμάτη σασπένς πλοκή, τους άπαιχτους ήρωες, ακόμα –σε extreme περιπτώσεις– και τις γλώσσες που μιλούν μεταξύ τους, και… Δεν έχεις πού να τους εντάξεις. Η Αμερική είναι πολύ mainstream, η Ευρώπη πολύ κλισέ, η Ασία πολύ εξεζητημένα εξωτική, η Αφρική πολύ terra incognita για τους αναγνώστες σου. Να τους έβαζες στην Ανταρκτική; Πολύ κρύο. Στην Αυστραλία; Μόνο οι Αυστραλοί θα είχαν σημείο αναφοράς.
Τι κάνεις λοιπόν; Φτιάχνεις έναν κόσμο (ή πολλούς διαφορετικούς κόσμους, αν έχεις οίστρο) εξαρχής. Σχεδιάζεις τους χάρτες σου, βρίσκεις κι ένα φίλο με καλλιτεχνικές ανησυχίες να οπτικοποιήσει τα ειδυλλιακά τοπία σου στο χαρτί ή στο πανί της μεγάλης οθόνης, και αφήνεις τους αναγνώστες σου να παραληρούν, ευχόμενοι ο κόσμος σου να υπήρχε και να μπορούσαν να ζήσουν εκεί. Ή και να μην μπορούσαν, γιατί ο κόσμος σου είναι πολύ σκοτεινός/ πολύ φωτεινός/ πολύ γεμάτος παραισθησιογόνα μανιτάρια. Σημασία έχει ότι ενθουσιάζονται και μόνο με την ύπαρξη ενός (ακόμα) φανταστικού κόσμου.
Όπως ενθουσιαστήκαμε κι εμείς, με τους επτά all-time-classic φανταστικούς κόσμους που ακολουθούν. Και όπως ενθουσιαστήκατε κι εσείς, με εκείνους που θα μας γράψετε στα σχόλια, στο τέλος του κειμένου.
Rivendel: Ή οποιοδήποτε άλλο μέρος της Μέσης Γης –και το Shire, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι καθόλου άσχημο, αν το ύψος σου επιτρέπει να χωρέσεις στα σπίτια των Hobbit. Το Rivendel, όμως, το Σχιστό Λαγκάδι των ξωτικών κατά την εμπνευσμένη ελληνική μετάφραση, είναι πιθανότατα ό,τι ομορφότερο έχει να επιδείξει η παγκόσμια λογοτεχνία του 20ου αιώνα –και οι ταινίες του Peter Jackson δεν θα μπορούσαν να το αποδώσουν καλύτερα. Τα παραμυθένια δάση του, το υπέροχο φως που φιλτράρεται από τα κλαδιά των αιωνόβιων δέντρων, οι λίμνες, τα ποτάμια, τα παλάτια των ξωτικών και –βέβαια– τα ίδια τα αιθέρια ξωτικά και η (ε)ξωτική γλώσσα τους είναι όλα λόγοι για να θέλουμε να μείνουμε εκεί. Κι όποιος σκέφτηκε ότι δεν μπορείς να μείνεις στο Rivendel αν δεν είσαι ξωτικό, υπενθυμίζουμε ότι στους φανταστικούς κόσμους μπορείς να είσαι ό,τι θέλεις.
Westeros: Διαλέγετε και παίρνετε: το παγωμένο αλλά υπέροχα μεσαιωνικό Winterfell του Βορρά, ή η ειδυλλιακή πλην γεμάτη (spoiler) αιμοσταγείς εκατομμυριούχους και διπρόσωπους εμπόρους Qarth; Το πανέμορφο αλλά διεφθαρμένο και πλημμυρισμένο από Lanisters King’s Landing, ή το αγριωπό, όμως άρρηκτα συνδεδεμένο με την θάλασσα Pyke του άρχοντα Γκρέιτζοϊ; Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με τα διλήμματα επ’ αόριστον, αλλά το συμπέρασμα στο οποίο μάλλον καταλήγουμε είναι το εξής: όσο και αν ενθουσιαζόμαστε με το Westeros, τα βασίλεια, τις κουλτούρες και τα τοπία του, πιθανότατα δεν θα θέλαμε να μείνουμε σε καμία από τις πόλεις του. Εκτός αν υπήρχε τρόπος να διώξουμε τους Lannisters από το King’s Landing.
Narnia: Ποιο παιδί δεν θα ήθελε να τηλεμεταφέρεται από την ντουλάπα του σε έναν παραμυθένιο κόσμο όπου τα ζώα μιλούν και η μαγεία είναι καθημερινότητα; Ο φανταστικός κόσμος του C.S. Lewis βασίστηκε εν μέρει στην πατρίδα του, την Βόρεια Ιρλανδία: «τα επιβλητικά βουνά της, τα στοιχειωμένα κάστρα της και τα αγριολούλουδά της» όπως είχε δηλώσει ο ίδιος ο συγγραφέας. Τα πλάσματα που κατοικούν τη Narnia είναι οικεία σε οποιονδήποτε εξοικειωμένο με τις ευρωπαϊκές μυθολογίες (της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης) και τα βρετανικά παραμύθια. Έξτρα συν, το σπάνιο πλεονέκτημά της να επικοινωνεί με τον δικό μας κόσμο –πράγμα σπάνιο για τους περισσότερους φανταστικούς κόσμους της λογοτεχνίας. Γνώριμες παρέες και ταξιδάκια πήγαινε-έλα στο «κανονικό» μας σύμπαν, λοιπόν; Άνετα μέναμε στη Narnia.
Χώρα του Ποτέ: Συμφωνούμε, στα αγγλικά ακούγεται πιο ωραία. Η Neverland, λοιπόν, δημιούργημα του J. M. Barrie, «πατέρα» του Peter Pan, είναι ένας συμβολισμός για τα παιδικά μας χρόνια, την αθανασία, και τις τάσεις φυγής από τον συμβατικό μας κόσμο. Και ποιος δεν θα ήθελε να ζει στα παιδικά του χρόνια, σε έναν κόσμο με πολλούς ήλιους και πολλά φεγγάρια, παρέα με τον Peter Pan και την Tinkerbell, σε έναν κόσμο που τον κατοικούν πειρατές –οξύθυμοι ορισμένες φορές, για να μην είναι και τελείως βαρετό– γοργόνες, φλαμίνγκο, Ινδιάνοι, κροκόδειλοι, ξωτικά και νεράιδες; Αν υπάρχει ένας λόγος να προσπαθήσουμε να κάνουμε μόνο χαρούμενες σκέψεις, είναι ότι πολύ άνετα θα μέναμε στη Χώρα του Ποτέ.
Χώρα των Θαυμάτων: Ή Wonderland, για όσους διάβαζαν Lewis Carroll στο πρωτότυπο. Μπαίνετε από την κουνελότρυπα, όπου αποκτάτε μερικές μελανιές-σουβενίρ του ταξιδιού, και βγαίνετε σε έναν κόσμο γεμάτο λουλούδια που μιλάνε, έπιπλα που αλλάζουν μέγεθος, μανιτάρια που αλλάζουν την αντίληψή σας (εντάξει, αυτό ίσως να μην είναι ακριβώς βγαλμένο από την φαντασία του συγγραφέα), γάτες του Chesire που αιωρούνται, σοφές κάμπιες, τρελούς καπελάδες που πίνουν τσάι και διψασμένα για εξουσία τραπουλόχαρτα. Η εξαπάτηση είναι το εθνικό σπορ της Χώρας των Θαυμάτων, ενώ οι γρίφοι και οι όχι-πάντα-καλοπροαίρετες φάρσες θα αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητάς σας. Θα είμαστε ειλικρινείς μαζί σας: μια βόλτα για να σας επισκεφθούμε μπορεί και να περάσουμε, αλλά δύσκολα θα μέναμε στην Χώρα των Θαυμάτων.
Ατλαντίδα: "Ένα νησί στο μέγεθος της Λιβύης και της Ασίας μαζί, στον ωκεανό πέρα από τις Ηράκλειες Στήλες, που «κάποτε ήταν πλοηγήσιμος», βυθίστηκε στη θάλασσα μια νύχτα γύρω στο 9000 π.Χ. γιατί οι θεοί θύμωσαν με τους κατοίκους του, απογόνους του Ποσειδώνα, και τους πολέμους τους". Ή τουλάχιστον αυτά αναφέρει ο Πλάτωνας στον Τίμαιο για την Ατλαντίδα. Πριν αφήσει τους μελετητές του να μαλώνουν και να σπαζοκεφαλιάζουν επί δυόμισι χιλιετίες για το αν ο τόπος που περιγράφει ήταν ποτέ υπαρκτός ή όχι, δίνει και μερικά στοιχεία για την φαντασμαγορική αρχιτεκτονική της, με τα ομόκεντρα κανάλια στο κέντρο του νησιού, τον πλούτο και την εξεζητημένη κουλτούρα των κατοίκων της. Φανταστική ή όχι, κάθε φορά που κάποιος (νομίζει πως) την ανακαλύπτει, σκεφτόμαστε ότι πολύ θα θέλαμε να μείνουμε στην Ατλαντίδα πριν βυθιστεί.
Οζ: Ο γοητευτικότερος από τους πολλούς φανταστικούς κόσμους που δημιούργησε ο L. Frank Baum στις αρχές του 20ου αιώνα για τα βιβλία του, είναι περικυκλωμένος από έρημο σε τέσσερις πλευρές, και χωρισμένος σε τέσσερις περιοχές με την πρωτεύουσά του, τη Σμαραγδένια Πόλη, στο κέντρο κι έναν δρόμο από κίτρινα τούβλα να τα συνδέει όλα μεταξύ τους. Ιπτάμενες μαϊμούδες, λιβάδια παπαρούνας που μπορούν να προκαλέσουν κόμα, πολιτισμένα κουνέλια, μπαλονάνθρωποι, πανκ ρομπότ, μάγισσες, φονικά παπούτσια, λιοντάρια που μιλάνε, μοναχικές πάπιες (για την ακρίβεια, μία και μοναδική μοναχική πάπια), δειλά λιοντάρια, αρσενικές νεράιδες και διεφθαρμένοι μάγοι κάνουν τη χώρα του Οζ ένα σαφώς ενδιαφέρον αλλά μάλλον κουραστικό μέρος για να ζεις.
in2life.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.