Ο ελληνικός τουρισμός, θεωρείται από ένα μεγάλο μερίδιο της κοινωνίας,
ως η «βαριά» βιομηχανία της Ελλάδας και ως βασικός πυλώνας ανάπτυξης
και απασχόλησης.
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ του BBC, τα νούμερα δικαιολογούν έναν
τέτοιο χαρακτηρισμό: 1 στους 5 Έλληνες απασχολούνται σε θέσεις γύρω από
τον τουρισμό ενώ ο τουριστικός κλάδος εμφανίζεται, στα νούμερα, ως ο πιο
ανθεκτικός στους σοβαρούς κλυδωνισμούς που έχουν υποστεί οι υπόλοιποι
κλάδοι, με φόντο την ελληνική κρίση των τελευταίων ετών.
Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι ο τουριστικός κλάδος δεν έχει
πληγεί κι αυτός: σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Ρέτσο, πρόεδρο της Ένωσης
Ξενοδόχων, η κρίση στον κλάδο ξεκίνησε και πριν η Ελλάδα γίνει επισήμως,
ο μεγάλος «ασθενής» της Ευρώπης.
Βέβαια, το ερώτημα που τίθεται φυσικά και κοσμεί τον τίτλο του
σχετικού ρεπορτάζ, είναι εάν η πληγείσα ελληνική οικονομία, μέσω του
τουρισμού, μπορεί να κάνει άλμα πιο γρήγορο από την (επιταχυνόμενη)
φθορά της.
Η απάντηση φυσικά δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη, αλλά γίνεται
αναφορά σε ορισμένα στοιχεία – κατευθύνσεις που χρειάζεται να τους
δοθούν ιδιαίτερη προσοχή, κάθε φορά που γίνεται λόγος για «τουριστική
ανάπτυξη» όπως:
- Το μεγάλο στοίχημα του ελληνικού τουρισμού είναι η προσέλκυση αριθμού τουριστών από την Ρωσία, το Ισραήλ και την Κίνα, μέσω της προβολής του ελληνικού πολιτισμού και των πολυάριθμων αρχαιολογικών μνημείων που διαθέτει η χώρα μας.
Το χτίσιμο ενός brand στους ισχυρούς πυλώνες του πολιτισμού και της
ιστορίας είναι επιτακτική ανάγκη, για την προσέλκυση του «ακριβού»
τουρισμού από τις προαναφερθείσες χώρες.
- Υπάρχουν κι άλλα είδη τουρισμού (εναλλακτικού) που μένουν αναξιοποίητα και μπορούν πραγματικά να δώσουν την απαραίτητη ώθηση στην ελληνική οικονομία, όπως για παράδειγμα ο γαστρονομικός τουρισμός.
Όσον αφορά στο πρώτο σημείο, η προέλκυση τουρισμού από την Ρωσία,
το Ισραήλ και τη Κίνα κι όχι απλά του μαζικού, φθηνού τουρισμού
προσκρούει σ’ ένα εμπόδιο: την έλλειψη πόρων προς την κατεύθυνση της
ουσιαστικής αξιοποίησης του ιστορικού και αρχαιολογικού μας πλούτου που
θα προσελκύσει τον ακριβό τουρισμό στην χώρα μας.
Όπερ σημαίνει ότι πάμε στο δεύτερο σημείο και στην λύση του εναλλακτικού
και συγκεκριμένα του γαστρονομικού τουρισμού.
Ο γαστρονομικός τουρισμός αποτελεί μια υποκατηγορία του
πολιτιστικού τουρισμού στην οποία οι ταξιδιώτες επιδιώκουν να βιώσουν
μοναδικές γαστρονομικές εμπειρίες.
Είναι μια εναλλακτική μορφή τουρισμού στην οποία ο ταξιδιώτης
γνωρίζει τον προορισμό και τον πολιτισμό του μέσα από τις διατροφικές
παραδόσεις, συνταγές και γεύσεις και αποτελεί μια απ’ τις μεγαλύτερες
τάσεις στον χώρο του τουρισμού παγκοσμίως.
Ο δημοσιογράφος του BBC, Rajat Datar στο δεύτερο αφιέρωμα για τον
ελληνικό τουρισμό, ταξιδεύει μέχρι την Κρήτη και συναντά την Ζωή Νόβακ,
πρώην διευθύντρια του Κρητικού Συμφώνου Ποιότητας (Cretan Quality
Agreement),μιας πρωτοβουλίας της Περιφέρειας Κρήτης για την ανάπτυξη του
γαστρονομικού τουρισμού στο νησί και την προώθηση της Κρητικής
Διατροφής.
H Ζωή Νόβακ, μέλος της Ελληνικής Ένωσης Νεοφυών Επιχειρήσεων και με
μακρά εμπειρία στο κομμάτι της γαστρονομίας, άφησε την θέση της στο
Κρητικό Σύμφωνο Ποιότητας για να αφοσιωθεί στο άνοιγμα της δικής της
επιχείρησης, ενός κέντρου γαστρονομικού τουρισμού στο χωριό μικρό
Καλλέργο, στον Μυλοπόταμο Ρεθύμνου.
Η εταιρεία της “Taste Crete” θα προωθεί την τοπική παράδοση και
γαστρονομία του Ψηλορείτη στους επισκέπτες του νησιού, μέσα από
διαδραστικά μαθήματα κρητικής κουζίνας, γευσιγνωσίας, οινογνωσίας κ.α.
Σύμφωνα με την κ. Νόβακ, οι δύο πυλώνες της οικονομίας της Κρήτης
τις τελευταίες δεκαετίες ήταν ο τουρισμός και τα αγροτικά προϊόντα.
Υποστηρίζει ότι ενώ ο τουριστικός κλάδος υποφέρει με μειωμένες
αφίξεις και τιμές και τα αγροτικά προϊόντα δυσκολεύονται στις εξαγωγές,
ένα εναλλακτικό ρεύμα επιχειρηματιών στο νησί προσπαθεί να στήσει μια
άλλης φιλοσοφίας οικονομία που θα βασίζεται στην βιωσιμότητα και στα
ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του νησιού.
Ο γαστρονομικός τουρισμός για πολλούς επιχειρηματίες έχει
αποτελέσει την μόνη λογική απάντηση στην κρίση, και σε πολλούς μια
λογική απάντηση στο δίλλημα μεταξύ να μείνουν στην Ελλάδα ή να ψάξουν
δουλειά στο εξωτερικό.
Απαντάει σε δύο βασικές «ανάγκες» που έχουν προκύψει τα τελευταία
χρόνια στους καταναλωτές και ταξιδιώτες – την επιθυμία να κάνουν
αυθεντικές διακοπές «με νόημα» (meaningful) γνωρίζοντας και
δημιουργώντας σχέσεις με τους ντόπιους και τον πολιτισμό τους, καθώς και
την αγωνία να γνωρίζουν από πού έρχεται το φαγητό τους.
Για τους επιχειρηματίες της Κρήτης που τολμούν να δραστηριοποιηθούν
σ’ αυτό το νέο τομέα, ο γαστρονομικός τουρισμός αποτελεί το «κανάλι»
μέσα απ’ το οποίο θα διοχετεύσουν τα τοπικά προϊόντα και θα προβάλουν
τον ξεχωριστό διατροφικό πολιτισμό τους, κάνοντας την τοπική γαστρονομία
το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε μια ομογενοποιημένη τουριστική αγορά
που ο ανταγωνισμός κρίνεται από τις τιμές.
Στους ανθρώπους με όραμα και μεράκι για την προβολή της
γαστρονομίας ως ανεκτίμητο τουριστικό προϊόν συγκαταλέγεται και ο κ.
Γιώργος Δημητριάδης, πρώην πιλότος, ο οποίος με την ομάδα του
παρασκευάζουν με επιτυχία το biolea, αγνό κρητικό ελαιόλαδο με πλούσια
γεύση.
Τόσο η κ. Νόβακ όσο και ο κ. Δημητριάδης, συμφωνούν ότι η Ελλάδα
δύναται να προσφέρει πολλά παραπάνω από θάλασσα, ήλιο, γη – μπορεί να
προσφέρει ένα ευρύ φάσμα πραγμάτων και γνώσεων στον σύγχρονο απαιτητικό
τουρίστα που θα μετατρέψουν την διαμονή του στην ελληνική ευλογημένη γη,
σε ανεκτίμητη εμπειρία.
Όπως είχε πει κάποτε ο διάσημος συγγραφέας Χένρυ Μίλλερ
«Χρειάζεται μια ολόκληρη ζωή για κάποιον να ανακαλύψει την Ελλάδα, αλλά μονάχα ένα λεπτό για να την ερωτευτεί..».
Πηγή: www.hellenicstartups.gr
"Ο γαστρονομικός τουρισμός αποτελεί μια υποκατηγορία του
πολιτιστικού τουρισμού στην οποία οι ταξιδιώτες επιδιώκουν να βιώσουν
μοναδικές γαστρονομικές εμπειρίες.
Να λοιπόν που είναι ένα πολύ σημαντικό περί γαστρονομίας θέμα.''
Γιάννης Πλατής (yplatis@nooz.gr)
Αντιπρόεδρος Ελληνικής Γαστρονομικής Εταιρείας
nooz.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.