O γορίλλας, αρχικά, προσδιόριζε μία μυστηριώδη φυλή με τριχωτές γυναίκες (αι γορίλλαι). Ο G.Germain στο «hesperis», 44, σελ. 218, θεωρεί ότι η λέξη, ίσως, είναι αναγραμματισμός της ελληνικής λέξης “οργίλαι” (:οργισμένες, επειδή αυτές οι «γυναίκες» θεωρούνταν άγριες).
Aι γορίλλαι: οι μυστηριώδεις γυναίκες
Ο γορίλλας είναι ένα άκακο θηλαστικό, ο μεγαλύτερος απ΄ όλους τους πιθήκους, αποκλειστικά χορτοφάγος, ζει στην Κ. Αφρική (στα δάση του Γκαμπόν, του Καμερούν, του Κονγκό) και ποτέ δεν απειλεί τον άνθρωπο (εκτός, αν πρόκειται να αμυνθεί). Ο άνθρωπος, όμως, πάντα φοβάται οτιδήποτε ξεπερνά τον ίδιο (ο γορίλλας έχει βάρος 200 -300 κιλά και ύψος 2μέτρα) και γι αυτό απέδωσε αρνητική σημασία στη λ. γορίλλας.
Έτσι, τη λέξη γορίλλας την έχετε, σίγουρα, ακούσει στις φράσεις: «έβαλε δύο γορίλλες να τον φυλάνε» ή «έστειλε τους γορίλλες του», γενικά, την έχετε συνδυάσει με οτιδήποτε έχει σχέση με το θηριώδες αλλά ότι ο γορίλλας, αρχικά, προσδιόριζε τριχωτές γυναίκες (αι γορίλλαι) αυτό, μάλλον, δεν το είχατε φανταστεί.
Η λέξη αναφέρεται για πρώτη φορά στον «Περίπλου» του Άννωνος (Hannon, 560 – 500 π.Χ.). Αυτός ο Καρχηδόνιος θαλασσοπόρος συνάντησε για πρώτη φορά στην περιοχή της σημερινής Σιέρα Λεόνε (μάλλον, στο νησί Sabambro) δύο τεράστιους θηλυκούς πιθήκους. Τους θεώρησε ως κτηνώδεις ανθρώπους και, αφού τους σκότωσε, μετέφερε τα δέρματα τους στην Καρχηδόνα παρουσιάζοντας τους ως «ένα άγνωστο είδος γυναικών». Ο Λατίνος συγγραφέας Πλίνιος, ο Πρεσβύτερος, επιβεβαιώνει ότι τα δέρματα των «γυναικών» εκτίθεντο σε ναό της Καρχηδόνας μέχρι την καταστροφή της πόλης από τους Ρωμαίους. Οι Καρχηδόνιοι ήταν πεπεισμένοι ότι επρόκειτο για άγριες γυναίκες τεραστίων διαστάσεων και έλεγαν ότι η λέξη γορίλλαι ήταν το όνομα που χρησιμοποιούσαν οι ντόπιοι ιθαγενείς (αυτό, άλλωστε, υποστηρίζει και ο ίδιος ο Άννων. Σύγχρονοι μελετητές- A. Mailet, M. Cohen- προσπάθησαν να εντοπίσουν κάποια ετυμολογική σχέση της λέξης γορίλλας με τις Αφρικανικές διαλέκτους, αλλά μάταια).
Άλλοι μελετητές (G.Germain στο «hesperis», 44, σελ. 218) θεωρούν ότι η λέξη, ίσως, είναι αναγραμματισμός της ελληνικής λέξης οργίλαι (:οργισμένες, επειδή αυτές οι «γυναίκες» θεωρούνταν άγριες.
Άλλοι, πάλι, θεωρούν την όλη ιστορία αποκύημα της φαντασίας του Άννωνος. Πάντως, ο «περίπλους» του Άννωνος περιλαμβάνεται στο ελληνικό χειρόγραφο, codex Palatinus Graec. 398, βιβλιοθήκη Χαϊλδεβέργης. Το χειρόγραφο αυτό αποτελεί μετάφραση φοινικικής επιγραφής του ναού Βάαλ, που βρισκόταν στην Καρχηδόνα.
Ο όρος γορίλλαι (και γορίλλας) έμεινε άγνωστος για πολλούς αιώνες και μόλις το 1847 ο Αμερικανός Thomas Staughton Savage θα δημοσιεύσει το άρθρο «Troglodytes Gorilla, a new species of Orang» (:«τρωγλοδύτες γορίλλες, το νέο είδος των ουραγκοτάγκων»), αφού πρώτα μελέτησε τον Άννωνα και δανείστηκε απ΄αυτόν τη λέξη «γορίλλας». Από τότε ο όρος γορίλλας δε θα περιγράφει μόνο τις άγριες γυναίκες, αλλά όλους τους ανθρωποειδής πιθήκους της οικογένειας των πογκιδών (επιστ. oνομασία: G. gorilla, οικ.: πογκίδαι). Το χαρακτηριστικό όλης της οικογένειας των πογκιδών είναι ότι τα μπροστινά άκρα («τα χέρια») είναι επιμηκέστερα από τα πίσω. Η λ. πόνγκο (pongo), που προσδιορίζει την επιστημονική ονομασία, δόθηκε από τον Άγγλο εξερευνητή Andrew Battell .Η λ. είναι ηχοπoιημένη και ο Battell τη χρησιμοποίησε για να περιγράψει τον «άγνωστο» πίθηκο, που πρωτοσυνάντησε (τον 16ο αιων.,) στα χρόνια της φυλάκισης του από τους Πορτογάλους
Τις τελευταίες δεκαετίες, ο όρος γορίλλας απέκτησε μειωτική σημασία και χρησιμοποιείται μεταφορικά (παγκοσμίως) μόνο για τους άνδρες (:«κυκλοφορεί με τους γορίλλες του») και δηλώνει τον σωματοφύλακα, τον τραμπούκο.
Με αυτή τη σημασία η λ. πρωτοπαρουσιάζεται το 1961, στη Γαλλία. Ο στρατηγός Ντε Γκολ (De Gaulle) θα κάνει την εμφάνιση του, για πρώτη φορά, με «φουσκωτούς» νέους και οι γάλλοι δημοσιογράφοι θα τους αποκαλέσουν γορίλλες (συνδυάζοντας για πρώτη φορά το όνομα του ζώου με την έννοια του σωματοφύλακα)
Στην Αργεντινή η λ. gorilas, με ένα λάμδα, προσδιόριζε τα μέλη των ακροδεξιών παρατάξεων, ενώ αργότερα δημιουργήθηκε ο όρος «καθεστώτα – γορίλλα», για να προσδιορίζει τις στρατιωτικές δικτατορίες σε όλη τη Λατινική Αμερική
Ο γορίλλας είναι ένα άκακο θηλαστικό, ο μεγαλύτερος απ΄ όλους τους πιθήκους, αποκλειστικά χορτοφάγος, ζει στην Κ. Αφρική (στα δάση του Γκαμπόν, του Καμερούν, του Κονγκό) και ποτέ δεν απειλεί τον άνθρωπο (εκτός, αν πρόκειται να αμυνθεί). Ο άνθρωπος, όμως, πάντα φοβάται οτιδήποτε ξεπερνά τον ίδιο (ο γορίλλας έχει βάρος 200 -300 κιλά και ύψος 2μέτρα) και γι αυτό απέδωσε αρνητική σημασία στη λ. γορίλλας.
Έτσι, τη λέξη γορίλλας την έχετε, σίγουρα, ακούσει στις φράσεις: «έβαλε δύο γορίλλες να τον φυλάνε» ή «έστειλε τους γορίλλες του», γενικά, την έχετε συνδυάσει με οτιδήποτε έχει σχέση με το θηριώδες αλλά ότι ο γορίλλας, αρχικά, προσδιόριζε τριχωτές γυναίκες (αι γορίλλαι) αυτό, μάλλον, δεν το είχατε φανταστεί.
Η λέξη αναφέρεται για πρώτη φορά στον «Περίπλου» του Άννωνος (Hannon, 560 – 500 π.Χ.). Αυτός ο Καρχηδόνιος θαλασσοπόρος συνάντησε για πρώτη φορά στην περιοχή της σημερινής Σιέρα Λεόνε (μάλλον, στο νησί Sabambro) δύο τεράστιους θηλυκούς πιθήκους. Τους θεώρησε ως κτηνώδεις ανθρώπους και, αφού τους σκότωσε, μετέφερε τα δέρματα τους στην Καρχηδόνα παρουσιάζοντας τους ως «ένα άγνωστο είδος γυναικών». Ο Λατίνος συγγραφέας Πλίνιος, ο Πρεσβύτερος, επιβεβαιώνει ότι τα δέρματα των «γυναικών» εκτίθεντο σε ναό της Καρχηδόνας μέχρι την καταστροφή της πόλης από τους Ρωμαίους. Οι Καρχηδόνιοι ήταν πεπεισμένοι ότι επρόκειτο για άγριες γυναίκες τεραστίων διαστάσεων και έλεγαν ότι η λέξη γορίλλαι ήταν το όνομα που χρησιμοποιούσαν οι ντόπιοι ιθαγενείς (αυτό, άλλωστε, υποστηρίζει και ο ίδιος ο Άννων. Σύγχρονοι μελετητές- A. Mailet, M. Cohen- προσπάθησαν να εντοπίσουν κάποια ετυμολογική σχέση της λέξης γορίλλας με τις Αφρικανικές διαλέκτους, αλλά μάταια).
Άλλοι μελετητές (G.Germain στο «hesperis», 44, σελ. 218) θεωρούν ότι η λέξη, ίσως, είναι αναγραμματισμός της ελληνικής λέξης οργίλαι (:οργισμένες, επειδή αυτές οι «γυναίκες» θεωρούνταν άγριες.
Άλλοι, πάλι, θεωρούν την όλη ιστορία αποκύημα της φαντασίας του Άννωνος. Πάντως, ο «περίπλους» του Άννωνος περιλαμβάνεται στο ελληνικό χειρόγραφο, codex Palatinus Graec. 398, βιβλιοθήκη Χαϊλδεβέργης. Το χειρόγραφο αυτό αποτελεί μετάφραση φοινικικής επιγραφής του ναού Βάαλ, που βρισκόταν στην Καρχηδόνα.
Ο όρος γορίλλαι (και γορίλλας) έμεινε άγνωστος για πολλούς αιώνες και μόλις το 1847 ο Αμερικανός Thomas Staughton Savage θα δημοσιεύσει το άρθρο «Troglodytes Gorilla, a new species of Orang» (:«τρωγλοδύτες γορίλλες, το νέο είδος των ουραγκοτάγκων»), αφού πρώτα μελέτησε τον Άννωνα και δανείστηκε απ΄αυτόν τη λέξη «γορίλλας». Από τότε ο όρος γορίλλας δε θα περιγράφει μόνο τις άγριες γυναίκες, αλλά όλους τους ανθρωποειδής πιθήκους της οικογένειας των πογκιδών (επιστ. oνομασία: G. gorilla, οικ.: πογκίδαι). Το χαρακτηριστικό όλης της οικογένειας των πογκιδών είναι ότι τα μπροστινά άκρα («τα χέρια») είναι επιμηκέστερα από τα πίσω. Η λ. πόνγκο (pongo), που προσδιορίζει την επιστημονική ονομασία, δόθηκε από τον Άγγλο εξερευνητή Andrew Battell .Η λ. είναι ηχοπoιημένη και ο Battell τη χρησιμοποίησε για να περιγράψει τον «άγνωστο» πίθηκο, που πρωτοσυνάντησε (τον 16ο αιων.,) στα χρόνια της φυλάκισης του από τους Πορτογάλους
Τις τελευταίες δεκαετίες, ο όρος γορίλλας απέκτησε μειωτική σημασία και χρησιμοποιείται μεταφορικά (παγκοσμίως) μόνο για τους άνδρες (:«κυκλοφορεί με τους γορίλλες του») και δηλώνει τον σωματοφύλακα, τον τραμπούκο.
Με αυτή τη σημασία η λ. πρωτοπαρουσιάζεται το 1961, στη Γαλλία. Ο στρατηγός Ντε Γκολ (De Gaulle) θα κάνει την εμφάνιση του, για πρώτη φορά, με «φουσκωτούς» νέους και οι γάλλοι δημοσιογράφοι θα τους αποκαλέσουν γορίλλες (συνδυάζοντας για πρώτη φορά το όνομα του ζώου με την έννοια του σωματοφύλακα)
Στην Αργεντινή η λ. gorilas, με ένα λάμδα, προσδιόριζε τα μέλη των ακροδεξιών παρατάξεων, ενώ αργότερα δημιουργήθηκε ο όρος «καθεστώτα – γορίλλα», για να προσδιορίζει τις στρατιωτικές δικτατορίες σε όλη τη Λατινική Αμερική
Άννων, ο άγνωστος θαλασσοπόρος
Ο Αννων απέπλευσε το 510 π. Χ. (ή κατ αλλους το 470 π.Χ.) από την Καρχηδόνα με 60 πλοία και χιλιάδες άνδρες με σκοπό να «εξερευνήσει» (διάβαζε: κατακτήσει- αποικήσει) τις Βορειο–Δυτικές ακτές της Αφρικής, δημιουργώντας λιμάνια – σταθμούς στον Ατλαντικό Ωκεανό. Ο «περίπλους» του Άννωνος περιλαμβάνεται στο ελληνικό χειρόγραφο, codex Palatinus Graec. 398, βιβλιοθήκη Χαϊλδεβέργης. Το χειρόγραφο αυτό αποτελεί μετάφραση φοινικικής επιγραφής του ναού Βάαλ, που βρισκόταν στην Καρχηδόνα. Πρόκειται, ίσως, για την πρώτη περιγραφή του κόσμου έξω των Ηρακλείων στηλών (Γιβραλτάρ).Ο Άννων έφτασε μέχρι τον κόλπο της Γουϊνεας. Κατά τη διαδρομή του ίδρυσε πολλές πόλεις, όπως: Θυμιατήριον (σημ. Mahedia), Σολόεντα (σημ. Μagador), Γύτην, Άκρα, Κέρνη και άλλες. Συνάντησε «μελανές φυλές», τρωγλοδύτες, ντυμένους με δέρματα αγρίων ζώων, οι οποίοι έτρεχαν ταχύτερα από τα άλογα (κατά την περιγραφή του). Περιγράφει ποταμούς γεμάτους κροκόδειλους και ιπποπόταμους και, βέβαια, διαθέτοντας την έπαρση του κατακτητή, απορεί γιατί οι ντόπιοι του πέταγαν βράχους και εμπόδιζαν την απόβαση του. Στον τελευταίο του σταθμό συνάντησε τις γορίλλες (ο ίδιος τις ονόμασε έτσι), πίστεψε ότι είναι άγριο είδος γυναικών και αφού τις σκότωσε τις μετέφερε στην Καρχηδόνα
Η αξιοπιστία της περιγραφής αμφισβητείται από πολλούς, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Άννων δεν ταξίδεψε ποτέ ως τη Σιέρα Λεόνε. Αντίθετα, ο Αρριανός (Ινδικήν, 43,11) κάνει λόγο για τον πλού του Άννωνος και ο Ηρόδοτος (Δ, 196) αναφέρει ότι γνώριζε για τον πλου των Καρχηδόνιων έξω των Ηρακλείων στηλών. Τέλος, οι σύγχρονοι γεωγράφοι βεβαιώνουν ότι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι περιγραφές που δίνει ο Άννων
Ο Αννων απέπλευσε το 510 π. Χ. (ή κατ αλλους το 470 π.Χ.) από την Καρχηδόνα με 60 πλοία και χιλιάδες άνδρες με σκοπό να «εξερευνήσει» (διάβαζε: κατακτήσει- αποικήσει) τις Βορειο–Δυτικές ακτές της Αφρικής, δημιουργώντας λιμάνια – σταθμούς στον Ατλαντικό Ωκεανό. Ο «περίπλους» του Άννωνος περιλαμβάνεται στο ελληνικό χειρόγραφο, codex Palatinus Graec. 398, βιβλιοθήκη Χαϊλδεβέργης. Το χειρόγραφο αυτό αποτελεί μετάφραση φοινικικής επιγραφής του ναού Βάαλ, που βρισκόταν στην Καρχηδόνα. Πρόκειται, ίσως, για την πρώτη περιγραφή του κόσμου έξω των Ηρακλείων στηλών (Γιβραλτάρ).Ο Άννων έφτασε μέχρι τον κόλπο της Γουϊνεας. Κατά τη διαδρομή του ίδρυσε πολλές πόλεις, όπως: Θυμιατήριον (σημ. Mahedia), Σολόεντα (σημ. Μagador), Γύτην, Άκρα, Κέρνη και άλλες. Συνάντησε «μελανές φυλές», τρωγλοδύτες, ντυμένους με δέρματα αγρίων ζώων, οι οποίοι έτρεχαν ταχύτερα από τα άλογα (κατά την περιγραφή του). Περιγράφει ποταμούς γεμάτους κροκόδειλους και ιπποπόταμους και, βέβαια, διαθέτοντας την έπαρση του κατακτητή, απορεί γιατί οι ντόπιοι του πέταγαν βράχους και εμπόδιζαν την απόβαση του. Στον τελευταίο του σταθμό συνάντησε τις γορίλλες (ο ίδιος τις ονόμασε έτσι), πίστεψε ότι είναι άγριο είδος γυναικών και αφού τις σκότωσε τις μετέφερε στην Καρχηδόνα
Η αξιοπιστία της περιγραφής αμφισβητείται από πολλούς, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Άννων δεν ταξίδεψε ποτέ ως τη Σιέρα Λεόνε. Αντίθετα, ο Αρριανός (Ινδικήν, 43,11) κάνει λόγο για τον πλού του Άννωνος και ο Ηρόδοτος (Δ, 196) αναφέρει ότι γνώριζε για τον πλου των Καρχηδόνιων έξω των Ηρακλείων στηλών. Τέλος, οι σύγχρονοι γεωγράφοι βεβαιώνουν ότι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι περιγραφές που δίνει ο Άννων
Πηγές
1. Il nostro greco quotidiano, Pietro Janni, σελ. 73-76, editori Laterza (κείμενο στην Ιταλική γλώσσα)
2. Parole e storia, Bruno Migliorini, σελ. 60- 61, εκδ. rizzoli (κείμενο στην Ιταλική γλώσσα)
3.AL.Ν. Oikonomides, Hanno the Cartaginian, Chicago 1977, σελ 35 (κείμενο στην Αγγλική γλώσσα)
Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε από τον Γιώργο Δαμιανό στο περιοδικό Discovery and science, εκδ. ΔΟΛ (Ιούλιος 2006) και αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ιστορία εικονογραφημένη, εκδ. Πάπυρος (Ιούλιος 2007)
Υ.Γ. Πρόσφατα ανακάλυψα στο διαδίκτυο την πολύ καλή δουλειά του Νίκου Σαραντάκου για τη λέξη γορίλα (Κλικ εδώ)καθώς και την ιδιαίτερη παρουσίαση, πάντα από το Νίκο Σαραντάκο, του Γορίλα του Μπρασένς σε διάφορες αποδόσεις και γλώσσες, Le gorille (Brassens).
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.