Ενα ατόφιο κομμάτι της ταυτότητας των Ελλήνων και της μοναδικής
εξέλιξης της σύγχρονης ιστορίας καταγράφουν οι φωτογραφίες του
Κωνσταντίνου Μάνου, που περιηγήθηκε σε χωριά και νησιά της Ελλάδας και
κατέγραψε τη σπάνια ανθρωπογεωγραφία τους. Μεγάλο μέρος αυτών των
φωτογραφιών εκτίθενται από σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη στο Κολωνάκι.
Στις φωτογραφίες του αποκρυσταλλώνονται εφήμερες καθημερινές στιγμές, με λιτό και αυστηρό ύφος, αλλά και με τρυφερότητα, χωρίς ρητορικά σχήματα. Το πολυβραβευμένο έργο του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική προσέγγιση της ελληνικής υπαίθρου. Πέρα από το εθνολογικό-ιστορικό ενδιαφέρον που απέκτησε το έργο αυτό με την πάροδο του χρόνου και ιδιαίτερα μετά τις καταλυτικές αλλαγές που επέφερε η ανάπτυξη του τουρισμού τις τελευταίες δεκαετίες, η ποιητική ικανότητα του φακού του Μάνου δημιουργεί εικόνες διαχρονικές που αποπνέουν τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του, προσφέροντάς μας έτσι «ένα κομμάτι της ταυτότητάς μας». Ακόμη, όπως τα έργα των μεγάλων ποιητών, καθώς αναφέρει ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Αγγελος Δεληβοριάς, «παραπέμπουν στις αναλλοίωτες αξίες, τις ανιχνεύσιμες ακόμα και στα πιο ταπεινά φαινόμενα της ζωής και στην επική διάσταση την ενυπάρχουσα στη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον».
Με αφορμή τη συμπλήρωση των 50 χρόνων από τη δημιουργία της πολυβραβευμένης ενότητας φωτογραφιών A Greek Portfolio, ο Κωνσταντίνος Μάνος επανεξετάζει τις λήψεις που πραγματοποίησε κατά το διάστημα 1961-1964 (και συμπληρώθηκαν το 1967), όταν περιηγήθηκε τη γη των γονιών του από άκρη σε άκρη, «ως ένας φιλικός παρατηρητής, δίχως βιασύνη και συγκεκριμένο σχέδιο» και μας προσφέρει μια διαφορετική ανάγνωση του υλικού του. Στο πρώτο μέρος της έκθεσης παρουσιάζεται ένα σύνολο πρωτότυπων εκτυπώσεων από τις φωτογραφίες που επέλεξε ο ίδιος το 1972 για να εικονογραφήσει το ομότιτλο λεύκωμά του. Στο δεύτερο μέρος, τα θέματα σταχυολογήθηκαν από τα 219 πρωτότυπα τυπώματα που πρόσφατα δώρισε ο δημιουργός στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη και τα οποία δεν συμπεριέλαβε κατά τη σύνθεση του βιβλίου A Greek Portfolio. Οι δύο αυτές ενότητες έρχονται σε διάλογο καθώς στο σύνολό τους αποτελούν αξιόλογα δείγματα της γραφής του. Μολονότι δεν είχαν την ίδια προβολή, οι εικόνες που για πρώτη φορά μας αποκαλύπτει ο Μάνος αποπνέουν χάρη στην ποιητική του ικανότητα τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του. Η προσέγγιση των θεμάτων του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική απόδοση της ελληνικής υπαίθρου.
Ποιος είναι ο Κωνσταντίνος Μάνος
Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην πόλη Κολούμπια της Νότιας Καρολίνας των ΗΠΑ από Ελληνες γονείς. Με τη φωτογραφία ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά στα δεκατρία του χρόνια, ως μέλος της φωτογραφικής λέσχης του σχολείου του. Στο πανεπιστήμιο ανακάλυψε τον Henri Cartier-Bresson και το έργο του. Έχοντας βρει τον μέντορά του, απέκτησε αμέσως την πρώτη του μηχανή Leica με την οποία πραγματοποίησε τις πρώτες του λήψεις σ' ένα μικρό νησί απέναντι από τα παράλια της Νότιας Καρολίνας, όπου κατοικούν απόγονοι σκλάβων που εργάζονταν σε φυτείες. Σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών προσλήφθηκε ως επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης για το καλοκαιρινό της φεστιβάλ. Η συνεργασία του αυτή οδήγησε το 1961 στην έκδοση του πρώτου του βιβλίου με τίτλο Portrait of Α Symphony που περιλαμβάνει στιγμιότυπα από πρόβες και παραστάσεις της ορχήστρας στο ωδείο της πόλης. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας το 1954 με πτυχίο στην αγγλική λογοτεχνία και για τα επόμενα δύο χρόνια υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό. Μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και εργάστηκε ως επαγγελματίας φωτογράφος για τα περιοδικά Esquire, Life και Look. Από το 1961 έως το 1963 ο Μάνος έζησε στην Ελλάδα όπου και φωτογράφησε για το λεύκωμα A Greek Portfolio το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1972. Το βιβλίο απέσπασε διακρίσεις στο φωτογραφικό φεστιβάλ της Arles και στο φεστιβάλ βιβλίου της Λειψίας. Το 1999 το επανεκδόθηκε με αφορμή την έκθεση των φωτογραφιών του στο Μουσείο Μπενάκη. Εικόνες από τη σειρά αυτή έχουν παρουσιαστεί εκτός των άλλων στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου και στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ εγκαταστάθηκε στη Βοστόνη και συνεργάστηκε με τις εκδόσεις Time-Life συμβάλλοντας μάλιστα στην εικονογράφηση του βιβλίου τους για την Αθήνα. Το 1974 εργάστηκε ως κύριος φωτογράφος του Where's Boston, μιας παραγωγής πολυμέσων με θέμα τη ζωή της πόλης 200 χρόνια μετά την Αμερικανική Ανεξαρτησία. Με το πρόγραμμα αυτό συνδέθηκε τόσο η έκδοση του βιβλίου του Bostonians όσο και μια υπαίθρια έκθεση με 152 ασπρόμαυρες φωτογραφίες στις οποίες αποτυπώνεται η ποικιλομορφία των κατοίκων της πόλης.
Από το 1963 ο Μάνος είναι μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos. Φωτογραφίες του συμπεριλαμβάνονται στις μόνιμες συλλογές σημαντικών ιδρυμάτων όπως του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης, του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγου, του Μουσείου Καλών Τεχνών του Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, του Μουσείου Τέχνης Chrysler στο Νόρφολκ, του George Eastman House στο Ρότσεστερ, του Μουσείου Τέχνης της Ατλάντα καθώς και του Μουσείου Μπενάκη.
Το 1982 ο Μάνος πέρασε από την ασπρόμαυρη φωτογραφία στην έγχρωμη. Τα πρώτα δείγματα από το εν εξελίξει έργο του American Color δημοσιεύτηκαν στο ομότιτλο βιβλίο το 1995. Το 2000 δημοσιεύτηκε η συνέχεια αυτής της δουλείας με τον τίτλο American Color 2. To 2003 απέσπασε το βραβείο Leica Medal of Excellence ανάμεσα σε 250 συναδέλφους για την έγχρωμη δουλειά του.
Στις φωτογραφίες του αποκρυσταλλώνονται εφήμερες καθημερινές στιγμές, με λιτό και αυστηρό ύφος, αλλά και με τρυφερότητα, χωρίς ρητορικά σχήματα. Το πολυβραβευμένο έργο του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική προσέγγιση της ελληνικής υπαίθρου. Πέρα από το εθνολογικό-ιστορικό ενδιαφέρον που απέκτησε το έργο αυτό με την πάροδο του χρόνου και ιδιαίτερα μετά τις καταλυτικές αλλαγές που επέφερε η ανάπτυξη του τουρισμού τις τελευταίες δεκαετίες, η ποιητική ικανότητα του φακού του Μάνου δημιουργεί εικόνες διαχρονικές που αποπνέουν τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του, προσφέροντάς μας έτσι «ένα κομμάτι της ταυτότητάς μας». Ακόμη, όπως τα έργα των μεγάλων ποιητών, καθώς αναφέρει ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Αγγελος Δεληβοριάς, «παραπέμπουν στις αναλλοίωτες αξίες, τις ανιχνεύσιμες ακόμα και στα πιο ταπεινά φαινόμενα της ζωής και στην επική διάσταση την ενυπάρχουσα στη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον».
Με αφορμή τη συμπλήρωση των 50 χρόνων από τη δημιουργία της πολυβραβευμένης ενότητας φωτογραφιών A Greek Portfolio, ο Κωνσταντίνος Μάνος επανεξετάζει τις λήψεις που πραγματοποίησε κατά το διάστημα 1961-1964 (και συμπληρώθηκαν το 1967), όταν περιηγήθηκε τη γη των γονιών του από άκρη σε άκρη, «ως ένας φιλικός παρατηρητής, δίχως βιασύνη και συγκεκριμένο σχέδιο» και μας προσφέρει μια διαφορετική ανάγνωση του υλικού του. Στο πρώτο μέρος της έκθεσης παρουσιάζεται ένα σύνολο πρωτότυπων εκτυπώσεων από τις φωτογραφίες που επέλεξε ο ίδιος το 1972 για να εικονογραφήσει το ομότιτλο λεύκωμά του. Στο δεύτερο μέρος, τα θέματα σταχυολογήθηκαν από τα 219 πρωτότυπα τυπώματα που πρόσφατα δώρισε ο δημιουργός στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη και τα οποία δεν συμπεριέλαβε κατά τη σύνθεση του βιβλίου A Greek Portfolio. Οι δύο αυτές ενότητες έρχονται σε διάλογο καθώς στο σύνολό τους αποτελούν αξιόλογα δείγματα της γραφής του. Μολονότι δεν είχαν την ίδια προβολή, οι εικόνες που για πρώτη φορά μας αποκαλύπτει ο Μάνος αποπνέουν χάρη στην ποιητική του ικανότητα τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του. Η προσέγγιση των θεμάτων του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική απόδοση της ελληνικής υπαίθρου.
Ποιος είναι ο Κωνσταντίνος Μάνος
Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην πόλη Κολούμπια της Νότιας Καρολίνας των ΗΠΑ από Ελληνες γονείς. Με τη φωτογραφία ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά στα δεκατρία του χρόνια, ως μέλος της φωτογραφικής λέσχης του σχολείου του. Στο πανεπιστήμιο ανακάλυψε τον Henri Cartier-Bresson και το έργο του. Έχοντας βρει τον μέντορά του, απέκτησε αμέσως την πρώτη του μηχανή Leica με την οποία πραγματοποίησε τις πρώτες του λήψεις σ' ένα μικρό νησί απέναντι από τα παράλια της Νότιας Καρολίνας, όπου κατοικούν απόγονοι σκλάβων που εργάζονταν σε φυτείες. Σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών προσλήφθηκε ως επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης για το καλοκαιρινό της φεστιβάλ. Η συνεργασία του αυτή οδήγησε το 1961 στην έκδοση του πρώτου του βιβλίου με τίτλο Portrait of Α Symphony που περιλαμβάνει στιγμιότυπα από πρόβες και παραστάσεις της ορχήστρας στο ωδείο της πόλης. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας το 1954 με πτυχίο στην αγγλική λογοτεχνία και για τα επόμενα δύο χρόνια υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό. Μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και εργάστηκε ως επαγγελματίας φωτογράφος για τα περιοδικά Esquire, Life και Look. Από το 1961 έως το 1963 ο Μάνος έζησε στην Ελλάδα όπου και φωτογράφησε για το λεύκωμα A Greek Portfolio το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1972. Το βιβλίο απέσπασε διακρίσεις στο φωτογραφικό φεστιβάλ της Arles και στο φεστιβάλ βιβλίου της Λειψίας. Το 1999 το επανεκδόθηκε με αφορμή την έκθεση των φωτογραφιών του στο Μουσείο Μπενάκη. Εικόνες από τη σειρά αυτή έχουν παρουσιαστεί εκτός των άλλων στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου και στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ εγκαταστάθηκε στη Βοστόνη και συνεργάστηκε με τις εκδόσεις Time-Life συμβάλλοντας μάλιστα στην εικονογράφηση του βιβλίου τους για την Αθήνα. Το 1974 εργάστηκε ως κύριος φωτογράφος του Where's Boston, μιας παραγωγής πολυμέσων με θέμα τη ζωή της πόλης 200 χρόνια μετά την Αμερικανική Ανεξαρτησία. Με το πρόγραμμα αυτό συνδέθηκε τόσο η έκδοση του βιβλίου του Bostonians όσο και μια υπαίθρια έκθεση με 152 ασπρόμαυρες φωτογραφίες στις οποίες αποτυπώνεται η ποικιλομορφία των κατοίκων της πόλης.
Από το 1963 ο Μάνος είναι μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos. Φωτογραφίες του συμπεριλαμβάνονται στις μόνιμες συλλογές σημαντικών ιδρυμάτων όπως του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης, του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγου, του Μουσείου Καλών Τεχνών του Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, του Μουσείου Τέχνης Chrysler στο Νόρφολκ, του George Eastman House στο Ρότσεστερ, του Μουσείου Τέχνης της Ατλάντα καθώς και του Μουσείου Μπενάκη.
Το 1982 ο Μάνος πέρασε από την ασπρόμαυρη φωτογραφία στην έγχρωμη. Τα πρώτα δείγματα από το εν εξελίξει έργο του American Color δημοσιεύτηκαν στο ομότιτλο βιβλίο το 1995. Το 2000 δημοσιεύτηκε η συνέχεια αυτής της δουλείας με τον τίτλο American Color 2. To 2003 απέσπασε το βραβείο Leica Medal of Excellence ανάμεσα σε 250 συναδέλφους για την έγχρωμη δουλειά του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.