Αγαπημένοι ηθοποιοί, σκηνοθέτες, φιλόσοφοι, τραγουδιστές και άνθρωποι που συνέβαλαν στην πολιτιστική πρόοδο της χώρας μας, έφυγαν από τη ζωή την χρονιά που μας πέρασε. Το cosmo.gr θυμάται αυτές τις προσωπικότητες που δεν είναι πια κοντά μας
Στις 4 Φεβρουαρίου απεβίωσε ο σπουδαίος φιλόσοφος και στοχαστής ,Κώστας Αξελός.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924. Από αστική οικογένεια, διδάχτηκε από παιδί γαλλικά και γερμανικά. H εφηβεία του φωτίστηκε από τα κείμενα των Ηράκλειτου, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Εμπεδοκλή, Μαρξ, Νίτσε, Ντοστογιέφσκι και ποιητών όπως ο Ρεμπώ, ο Ρίλκε...
Στα δεκαεπτάμισι χρόνια του εντάχθηκε στην κομμουνιστική νεολαία και, παρά τις διαφωνίες του, πήρε ενεργό μέρος στην Αντίσταση, υποστηρίζοντας ότι «ο πραγματικός κομμουνιστής πρέπει να κρατάει στο ένα χέρι το όπλο και στο άλλο τα βιβλία του Ρίλκε». Το 1944, στα Δεκεμβριανά, έζησε εικονική εκτέλεση στα κρατητήρια της Ασφάλειας, φυλακίστηκε σε στρατόπεδο και τελικά απέδρασε. Οπως ήταν φυσικό, η σχέση του με το δογματικό ΚΚΕ δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί και το 1946 εγκατέλειψε τις γραμμές του.
Τέλη του 1945, με τη βοήθεια του Οκτάβιου Μερλιέ -διευθυντή τότε του Γαλλικού Ινστιτούτου στην Αθήνα- επιβιβαζόταν στο θρυλικό πλέον πλοίο «Ματαρόα» μαζί με τον Κ. Καστοριάδη, τον Κ. Παπαϊωάννου, τον Κ. Βυζάντιο, τη Μ. Κρανάκη, τον Κ. Κουλεντιανό, τον Ν. Σβορώνο και άλλους, με προορισμό το Παρίσι. Λίγο διάστημα μετά την αναχώρησή του, καταδικαζόταν ερήμην σε θάνατο.
Σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόννη, όπου και δίδαξε (1962-1973). Αρχισυντάκτης του πρωτοποριακού τότε περιοδικού Arguments (Επιχειρήματα) από το 1956 ώς το 1962, ίδρυσε και διηύθυνε την ομώνυμη φιλοσοφική σειρά στις Editions de Minuit, στην οποία εκδόθηκαν επίσης και τα περισσότερα από τα βιβλία του.
Πασίγνωστη η διένεξή του με τον Σαρτρ, τον οποίο εγκαλούσε για μη πρωτότυπη σκέψη και έκθεση παλαιότερων φιλοσοφικών ιδεών.
Ο Σαρτρ τον κατηγορούσε επειδή είχε εγκαταλείψει τον κομμουνισμό.
Έχει εκδώσει είκοσι τέσσερα βιβλία και πλήθος κειμένων (γαλλικά, ελληνικά και γερμανικά), που μεταφράστηκαν σε δεκαέξι γλώσσες
Ο ίδιος σε συνέντευξη του στο «Κ» στον Γιώργου Δουατζή, είχε πει για τον θάνατο:
«Δεν υπάρχει για μένα ο φόβος του θανάτου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θέλω να πεθάνω αύριο. Ο θάνατος είναι ο καλύτερος φίλος και ο χειρότερος εχθρός, γιατί βάζει ένα τέρμα στην περιπέτεια που λέγεται ζωή. Αλλά είναι αυτός που δίνει νόημα σε κάθε πράγμα.»
Μάνος Ξυδούς – Η ψυχή των Πυξ –Λαξ
Ο αγαπημένος τραγουδοποιός , ο άνθρωπος που έγραψε μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας έφυγε ξαφνικά από τη ζωή στις 13 Απριλίου. Ο Μάνος Ξυδούς γεννήθηκε στις 15 Μαΐου του 1953 στους Αγίους Αναργύρους.
Η πρώτη του επαφή με τη μουσική ήταν στα νεανικά του χρόνια, όταν δούλευε στην Κολούμπια, στη Ριζούπολη ως κλητήρας. Παράλληλα, τελείωσε την Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών Επιστημών και συνέχισε με σπουδές στο μάρκετινγκ. Η μουσική όμως κυλούσε στις φλέβες του, γι’ αυτό και δούλευε και ως DJ στις «Καρυάτιδες» της Πλάκας. Συνέχισε να εργάζεται στη Μίνος ΕΜΙ και να αποκτά όλο και περισσότερες εμπειρίες σχετικά με τις μουσικές παραγωγές.
Κομβικό σημείο στη ζωή και την καριέρα του ήταν η συνάντησή του με τους Πυξ Λαξ, το νεαρό τότε φιλόδοξο συγκρότημα που έμελλε να φέρει νέο αέρα στην ελληνική δισκογραφία. Εκείνος, επιτυχημένος παραγωγός τότε, αναλαμβάνει τις παραγωγές των δίσκων των Πυξ Λαξ, για να γίνει και ενεργό μέλος τους γράφοντας τη μουσική και τους στίχους σε πολλά από τα τραγούδια τους και ερμηνεύοντας κάποια από αυτά. Έζησε μαζί τους τις δόξες, τις εμπειρίες, τις συναυλίες, την αποδοχή, τη διάλυση.
Μετά τη διάλυση του γκρουπ συνέχισε να δραστηριοποιείται ως τραγουδοποιός κάνοντας προσωπικούς δίσκους και συνεργαζόμενος με άλλους καλλιτέχνες, όπως ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Πάνος Κατσιμίχας κ.ά., και δίνοντας συναυλίες. Η τελευταία του εμφάνιση ήταν τον Μάρτιο του 2010 στη μεγάλη συναυλία της επανασύνδεσης του Χάρη και του Πάνου Κατσιμίχα στο ΟΑΚΑ.
Άννα Καλουτά – Η βασίλισσα της επιθεώρησης
Μετά την απώλεια της αδερφής της το 2006, τα « Καλουτάκια» συναντήθηκαν στις 17 Απριλίου του 2010, όταν η Άννα Καλουτά πέθανε πλήρης ημερών στα 92 της χρόνια.
Η Άννα Καλουτά γεννήθηκε στην Αθήνα στις 29 Σεπτεμβρίου του 1918. Απόφοιτος της Ιονίου Σχολής Θηλέων, έκανε σπουδές πιάνου και αφοσιώθηκε στο θέατρο. Παράλληλα ασχολήθηκε με τη χορογραφία, σκηνοθεσία και τη καλλιτεχνική διεύθυνση.
Εμφανίστηκε σε 14 ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες, ενώ στο θέατρο πρωτοεμφανίζεται σε ηλικία 4 ετών στο θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη, σε έργο πρόζας.
Μαζί με την αδελφή της Μαρία δημιούργησαν τα περίφημα «Καλουτάκια», παιδιά θαύματα της εποχής εκείνης, σε όλα τα είδη του μουσικού θεάτρου.
Συμμετείχε σε επιθεωρήσεις όπως: "Γλυκειά Νανά", "Διαβολόπαιδο", "Βαφτιστικός" , "Μοντέρνα κορίτσια" του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, "Γυναίκα του δρόμου", "Απάχηδες των Αθηνών", "Οι πειρατές" του Νίκου Χατζηαποστόλου, στη "Νυχτερίδα" του Γιόχαν Στράους, σε μουσικές κωμωδίες: "Μ΄ αγαπά δεν μ΄ αγαπά" των Γιανουκάκη - Ριτσιάρδη, σε ηθογραφίες όπως "Το Φυντανάκι" του Χορν, σε πρόζα "Το πανηγύρι" του Χορν.
Έμεινε θρυλική στις πολεμικές επιθεωρήσεις του 1940, ιδιαίτερα στο "Ευζωνάκι" αλλά και αργότερα σε ρόλους "Σμυρνιάς".
Αντώνης Καρκαγιάννης- Ο δημοσιογράφος και εκδότης
Πέθανε σε ηλικία 78 ετών, ο δημοσιογράφος και εκδότης της Καθημερινής Αντώνης Καρκαγιάννης.
Ο Αντώνης Καρκαγιάννης γεννήθηκε το 1932 στα Αμπελάκια της Λάρισας. Το 1951 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στη Νομική την οποία δεν ολοκλήρωσε, έχοντας στο μεταξύ αναπτύξει δράση στις τάξεις του ΚΚΕ από κοινού με τον Μανόλη Γλέζο. Τα επόμενα χρόνια συνελήφθη και δικάστηκε επανειλημμένα για να φυλακιστεί από το 1959 ως το 1966.
Συνελήφθη ξανά από τη Χούντα των Συνταγματαρχών στις 21 Απριλίου 1967 και εκτοπίστηκε στη Γυάρο και τη Λέρο μέχρι το 1973.
Με την επάνοδό του από την εξορία και, αργότερα, κατά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο Αντώνης Καρκαγιάννης δραστηριοποιήθηκε στη δημοσιογραφία και τον εκδοτικό χώρο.
Υπήρξε συνιδρυτής των εκδόσεων «Ολκός», των περιοδικών «Αντί», «Σύγχρονος Κινηματογράφος» και «Πολίτης», ενώ άρχισε να εργάζεται ως διορθωτής στην αθλητική εφημερίδα «Φως των Σπορ».
Το 1983 άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης ύλης στην «Καθημερινή» όπου παρέμεινε τα επόμενα χρόνια για να φτάσει ακόμα και στη θέση του διευθυντή της εφημερίδας. Τα τελευταία χρόνια, μέχρι το θάνατό του, θέση ήταν εκδότης του φύλλου.
Ανδρέας Βουτσινάς - Ο θεατράνθρωπος
Την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου «έφυγε» από τη ζωή ο Ανδρέας Βουτσινάς. Ο γνωστός σκηνοθέτης, του οποίου η απώλεια βύθισε στο πένθος το ελληνικό θέατρο, άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός», όπου νοσηλευόταν το τελευταίο διάστημα.
Ο Ανδρέας Βουτσινάς είχε υποβληθεί σε επέμβαση στο πόδι, ύστερα από ατύχημα. Είχε χρειαστεί να μεταφερθεί εσπευσμένα στο χειρουργείο, ενώ η υγεία του είχε αρχίσει να κλονίζεται πριν από χρόνια, όταν υπέστη βαρύτατο εγκεφαλικό επεισόδιο.
Σύμφωνα με την επιθυμία του, η σορός του αποτεφρώθηκε
Ο Ανδρέας Βουτσινάς σπούδασε υποκριτική και ενδυματολογία στο Old Vic και στη σχολή Δραματικής Τέχνης και Τραγουδιού του W. Douglas, ενώ φοίτησε και στη σχολή του L.Strassberg. Το 1957 έγινε μέλος του Actors' Studio. Σκηνοθέτησε περισσότερες από 130 παραστάσεις κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου στο Λονδίνο, τον Καναδά, τη Νέα Υόρκη, το Παρίσι και την Ελλάδα.
Συνεργάστηκε με διεθνούς φήμης ηθοποιούς, όπως τους Φέι Ντάναγουεϊ, Γουόρεν Μπίτι, Ανν Μπάνκροφτ, Φανί Αρντάν, Ειρήνη Παππά, κ.ά.
Στη διάρκεια της πορείας του συνεργάστηκε, επίσης, με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας, το Εθνικό Θέατρο, την Πειραματική Σκηνή «Τέχνης», το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας, το Θεσσαλικό Θέατρο και με πολλούς θιάσους του ελεύθερου θεάτρου. Στον κινηματογράφο, έπαιξε σε ταινίες των Μελ Μπρουκς, Ζιλ Ντασέν και Λικ Μπεσόν.
Η γαλλική κυβέρνηση του απένειμε τον ανώτατο τίτλο τιμής Commandeur des Arts et des Lettres, καθώς και τον τίτλο Chevalier de Merite.
Ο Ανδρέας Βουτσινάς δίδαξε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του ΚΘΒΕ από το 2002 έως το 2009.
Γκιζέλα Ντάλι – Η αισθησιακή του ελληνικού σινεμά
Σε ηλικία 70 ετών έφυγε την Παρασκευή (10/9) η ελληνίδα Μπριζιτ Μπαρντό, Γκιζέλα Ντάλι.
Η ηθοποιός έχασε τη μάχη με τον καρκίνο που την ταλαιπωρούσε εδώ και αρκετό καιρό και την είχε αναγκάσει να αποσυρθεί στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Νάξο.
Η Γκιζέλα Ντάλι, υπήρξε η "μοιραία" γυναίκα του ελληνικού κινηματογράφου, παίζοντας σε τολμηρές για την εποχή ταινίες.
Δημήτρης Καμπερίδης – Ο στρατιώτης του θεάτρου
Στις 11 Σεπτεμβρίου αυλαία έπεσε και για τον Δημήτρη Καμπερίδη, ο ηθοποιός που πέθανε το Σάββατο μετά από ολιγόμηνη μάχη με τον καρκίνο.
Ο Δημήτρης Καμπερίδης γεννήθηκε στη Δράμα, σπούδασε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου και του Πέλλου Κατσέλη και υπήρξε (ως μέλος της "ιστορικής" ομάδας των αποφοίτων της σχολής του 1970) ιδρυτικό μέλος του «Ελεύθερου Θεάτρου».
Η πρώτη του θεατρική εμφάνιση έγινε με το Λαϊκό θέατρο του Μάνου Κατράκη ενώ δεκάδες είναι οι συμμετοχές του στο θέατρο Τέχνης , το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, την ομάδα «Χορικό» (ως χορευτής) της Ζουζούς Νικολούδη, το Κρατικό Θέατρο Βόρειας Ελλάδας (2003-2006) ενώ την τριετία 2003-2006 συμμετείχε σε σειρά παραγωγών του Κρατικού Θεάτρου Βόρειας Ελλάδας .
Υπήρξε ο συγγραφέας μιας νουβέλας με τον τίτλο «Η κιβωτός της Πελαγίας» ενώ πολλές ήταν οι συμμετοχές του σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές.
Σπεράντζα Βρανά – Η πληθωρική
Ξαφνικά από ανακοπή καρδιάς ,έσβησε στις 29 Σεπτεμβρίου γνωστή Ελληνίδα ηθοποιός Σπεράντζα Βρανά σε ηλικία 77 ετών.
Πρωταγωνίστησε σε πλήθος ταινιών, ενώ έγραψε και αρκετά βιβλία, με σπουδαιότερο το αυτοβιογραφικό «Τολμώ».
Το πραγματικό της όνομα ήταν Ελπίδα Χωματιανού και γεννήθηκε στο Μεσολόγγι στις 6 Φεβρουαρίου 1932.
Τα τελευταία χρόνια ήταν καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι εξαιτίας σοβαρού τροχαίου ατυχήματος.
Κατέκτησε τις καρδιές του κοινού με τους ρόλους της σε πολλές θεατρικές επιθεωρήσεις αλλά και κινηματογραφικές ταινίες.
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο τις στις κινηματογραφικές αίθουσες με την ταινία "Έλα στο θείο" το 1950.
Έγινε ευρύτερα γνωστή από τις ερμηνείες της στα φιλμ "Η ωραία των Αθηνών" και "Η κάλπικη λίρα".
Η τελευταία κινηματογραφική παραγωγή στην οποία συμμετείχε ήταν το "Safe Sex" το 1999.
Δούκισσα – Η αρχόντισσα του ελληνικού πενταγράμμου
Το τελευταίο χειροκρότημα για την σπουδαία ερμηνεύτρια ακούστηκε στην κηδεία της στις 3 Οκτωβρίου, εκείνη έσβησε μετά από μάχη με τον καρκίνο στις 30 Σεπτεμβρίου το 2010.
Οπως η ίδια είχε εξομολογηθεί, πάλευε γενναία με την αρρώστια της επί δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια. Κι εκεί που πίστευε πως την είχε νικήσει, ο εφιάλτης ξαναγυρνούσε. Ενα ατύχημα που είχε πριν από τέσσερις μήνες επιβάρυνε ακόμα περισσότερο την κατάσταση της υγείας της. «Νιώθω ότι είμαι ανήμπορη», δήλωνε λίγο μετά το ατύχημά της κι όταν τη ρωτούσαν αν σκοπεύει κάποια στιγμή να ξανατραγουδήσει, εκείνη απαντούσε: «Ο Θεός γελάει μαζί σου όταν κάνεις σχέδια». Ισως να προαισθανόταν ότι για εκείνη το τέλος πλησιάζει. Και αυτό που φοβόταν περισσότερο απ’ όλα δυστυχώς ήρθε στα 69 της χρόνια:
«Φοβάμαι πολύ τον θάνατο. Σε σημείο που να λέω, Θεέ μου, πάρε με όταν κοιμάμαι...», είχε πει η ίδια σε μια από τις τελευταίες της συνεντεύξεις. Ευτυχώς, όπως δήλωσε ο γιος της, δεν κατάλαβε ότι το τέλος πλησίαζε. Πάντα πάλευε, πάντα είχε όρεξη για ζωή.
Κώστας Καφάσης- «Γέλα κυρία μου»
Έφυγε από τη ζωή στις 12 Οκτωβρίου ,ο ηθοποιός και τραγουδιστής Κώστας Καφάσης σε ηλικία 70 ετών, μετά από δύο περίπου χρόνια μάχης με τον καρκίνο.
Στο πλευρό του μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του ήταν η οικογένειά του και ο στενός του φίλος, Λάκης Κορρές.
Ο γνωστός ηθοποιός και τραγουδιστής σύμφωνα με δημοσιεύματα είχε μεταφερθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο τον περασμένο Αύγουστο και από τότε βρισκόταν σε καταστολή.
Γεννημένος σε ένα χωριό της Καρδίτσας, σε νεαρή ηλικία ήρθε στην Αθήνα για να ασχοληθεί αρχικά με την ηθοποιία και έπειτα με το τραγούδι.
Στο σινεμά έχει παίξει χαρακτηριστικούς ρόλους στις ταινίες «Μαριχουάνα stop», «Καλώς ήρθε το δολάριο», «Φίφης ο αχτύπητος», «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», «Το πιο λαμπρό αστέρι» και «Μοντέρνα Σταχτοπούτα».
Στον κινηματογράφο, τα τελευταία χρόνια έχει κάνει επιλεκτικές εμφανίσεις με αξιόλογους σκηνοθέτες, ενώ συμμετείχε και στη σειρά «Επτά θανάσιμες Πεθερές».
Δισκογραφικά έγινε γνωστός με το τραγούδι- το κομμάτι «Γέλα κυρία μου» που αποτελεί και μια από τις γνωστές επιτυχίες του.
Σμάρω Στεφανίδου- Η θεατρίνα
Η αυλαία για την Σμάρω Σταφανίδου έπεσε στις αρχές Νοεμβρίου.
Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στο Ιπποκράτειο με καρδιακή ανεπάρκεια. Γεννημένη το 1913 στην Αθήνα από Μικρασιάτες γονείς, από πολύ μικρή ξεκίνησε να παίζει στο θέατρο. Τελείωσε τις θεατρικές της σπουδές στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (κρυφά από τους γονείς της) και το 1937 συνεργάστηκε με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη.
Στον κινηματογράφο έκανε την πρώτη της εμφάνιση το 1951 με την ταινία «Τα τέσσερα σκαλοπάτια». Από την δεκαετία του ΄50 συμμετείχε στον θίασο του Βασίλη Λογοθετίδη και παρέμεινε εκεί μέχρι τον θάνατο του τελευταίου. Σταθμός στην καριέρα της υπήρξε ο ρόλος της Εκάβης στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Τσαρούχη, «στην Ακαδημία Τσαρούχη», που όπως έλεγε η ίδια «μαθαίνεις μόνο σοφά πράγματα».
Συνεργάστηκε με όλα τα μεγάλα ονόματα, από την Κατερίνα και την Λαμπέτη μέχρι τον Χόρν, τον Κωνσταντάρα, τον Φέρτη, τον Νίκο Κούρκουλο και πολλούς άλλους. Ευτύχησε να παίξει στα πιο σημαντικά έργα του ελληνικού και ξένου θεατρικού ρεπερτορίου. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν και η παρουσία της στο ραδιόφωνο με σειρές, θεατρικά έργα και αναγνώσεις μυθιστορημάτων και αξέχαστη η φωνή της στη «Βαρώνη Στάφ» και στο «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή. Στην τηλεόραση πήρε μέρος σε τέσσερις μόνον σειρές.
Από τον γάμο της με τον πρόωρα χαμένο τραγουδιστή Βασίλη Σεϊτανίδη απέκτησε μια κόρη (1951), τη Λήδα Σάνταλα. Η παρουσία της σε θεατρικές πρεμιέρες, ακόμη και τα τελευταία χρόνια, ήταν συχνή, και πριν λίγα χρόνια μαζί με την κόρη της δημιούργησαν ένα «Πολιτιστικό στέκι», στο Χαλάνδρι.
Χρήστος Μακρής - Ο κωμικός που ζούσε το δικό του δράμα
Σε ηλικία μόλις 46 ετών έφυγε από τη ζωή ο γνωστός ηθοποιός Χρήστος Μακρής στις 4 Νοεμβρίου. Λίγες μέρες πριν, ο ηθοποιός είχε μεταφερθεί στο Θριάσιο νοσοκομείο σε άσχημη κατάσταση.
Το τελευταίο διάστημα, η υγεία του είχε επιδεινωθεί και ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι. Ο Χρήστος αντιμετώπιζε μεγάλο πρόβλημα με το σωματικό του βάρος, κάτι που του είχε προκαλέσει αρκετά προβλήματα υγείας. Ο Χρήστος είχε φτάσει, μάλιστα, σε σημείο να κινδυνεύσει να χάσει τα πόδια του.
Ο ηθοποιός έγινε γνωστός από τις εμφανίσεις του στο ALTER, στις εκπομπές του Γιώργου Μητσικώστα.
Γιώργος Φούντας - «Στέλλα κρατάω μαχαίρι»
Στα 85 του χρόνια ,έφυγε από τη ζωή ο ηθοποιός Γιώργος Φούντας. Το τελευταίο διάστημα ο ηθοποιός νοσηλευόταν στο νοσοκομείο των Αθηνών -χτυπημένος χρόνια από Αλτσχαϊμερ- έχοντας στο πλευρό του την σύντροφο της ζωής του, χορεύτρια, Χρυσούλα Ζώκα και τον γιο του Πάνο.
Ο Γιώργος Φούντας γεννήθηκε το 1924, στο Μαυρολιθάρι Παρνασσίδας, στην Φωκίδα και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Έκανε την παρθενική του εμφάνιση στον κινηματογράφο το 1944 στην ταινία... «Χειροκροτήματα» του Γ. Τζαβέλα και σχεδόν μια δεκαετία αργότερα ενσάρκωσε τον ρόλο του Μίλτου στην «Στέλλα» του Μ. Κακογιάννη. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο στο έργο «Νυφιάτικο Τραγούδι».
Έπαιξε επίσης σε μερικές από τις ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφους όπως η «Μαγική Πόλη» του Ν. Κούνδουρου και τα «Κόκκινα Φανάρια» του Β.Γεωργιάδη, καθώς και στο «Ποτέ την Κυριακή» του Ζιλ Ντασέν.
Στην τηλεόραση έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1975 συμμετέχοντας στη μεταφορά στη μικρή οθόνη του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» του Ν. Καζαντζάκη. Βραβεύτηκε από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τις χρονιές 1966 και 1967 για την ερμηνεία του στις ταινίες Με την Λάμψη στα Μάτια και Πυρετός στην Άσφαλτο. Έμεινε ιδιαίτερα γνωστή στον κόσμο η τελευταία σκηνή από την ταινία ΣΤΕΛΛΑ με την Μελίνα Μερκούρη όταν εκφωνούσε την περίφημη ατάκα: «Φύγε, Στέλλα, κρατάω μαχαίρι» ενώ συμμετείχε και στο «Ποτέ την Κυριακή»
Γιώργος Λεμπέσης – Ο επιχειρηματίας που αγαπούσε τους ηθοποιούς
Από τους σημαντικότερους θεατρικούς επιχειρηματίες της παλαιότερης γενιάς, με γνώση βαθιά του αντικειμένου, με μερικές από τις μεγαλύτερες παραγωγές που άφησαν ιστορία στο ενεργητικό του έχαιρε εκτίμησης κι είχε συνεργαστεί με τους σημαντικότερους σκηνοθέτες, πρωταγωνιστές, ηθοποιούς και συντελεστές του χώρου. Μπορεί να μην ήταν καλλιτέχνης αλλά βοήθησε πολλούς ανθρώπους από το χώρο του θεάτρου να αναδειχθούν. Ο Γιώργος Λεμπέσης πέθανε σε ηλικία 80 ετών.
Για πολλά χρόνια βρισκόταν καθημερινά στο γραφείο του στο θέατρο «Λαμπέτη» -μέχρι που το θέατρο «Λαμπέτη» πέρασε σε άλλον επιχειρηματία-, όπου «μαγειρεύτηκαν» σπουδαίες παραστάσεις. Μάλιστα εκεί είχε μία φωτογραφία του ως «κοντάρι» στο Εθνικό Θέατρο, για την οποία σχολίαζε γελώντας ότι ήταν ευτύχημα ότι κατάλαβε νωρίς ότι δεν έκανε για ηθοποιός. Γιατί είχε ξεκινήσει ως ηθοποιός και μάλιστα στα μπουλούκια.
Ο Γιώργος Λεμπέσης γεννήθηκε το 1930 στα Βουνάρια της Μεσσηνίας. Σε νεανική ηλικία, το 1946, έπαιξε στον περιοδεύοντα θίασο του Αλέκου Στρατηγού, στο έργο του Γερογιάννη «Τα ναυάγια της ζωής». Ακολούθησε τον θίασο και ύστερα συμμετείχε σε διάφορα μπουλούκια. Σπούδασε στη Σχολή Σταυράκου και στη συνέχεια συνέχισε να οργανώνει παραστάσεις με μπουλούκια ο ίδιος.
Από το 1961 άρχισε να εμφανίζεται με τον θίασο του Δημήτρη Χορν στο θέατρο «Κεντρικόν» (1961-64). Αμέσως μετά συνεργάστηκε στο ίδιο θέατρο (1965-66) με την Τζένη Καρέζη, στο «Η κυρία κυκλοφόρησε». Σε αυτές τις παραστάσεις είχε την ευθύνη του διευθυντή σκηνής και του διαχειριστή. Ως θεατρικός επιχειρηματίας πρωτοεμφανίστηκε το 1976 στο «Κεντρικόν» στα «Μαθήματα γάμου» με τον θίασο του Αγγελου Αντωνόπουλου. Τότε ξεκίνησε μια μεγάλη καριέρα με παραγωγές στα μεγαλύτερα θέατρα της Αθήνας (αλλά και σε Ηρώδειο και Επίδαυρο), ενώ παρουσίασε έργα από όλο το φάσμα του διεθνούς ρεπερτορίου, αλλά και νεοελληνικά, επιθεωρήσεις, μιούζικαλ.
Πριν από δύο χρόνια είχε κυκλοφορήσει την αυτοβιογραφία του με τίτλο «Από απόσταση αναπνοής» (εκδόσεις «Λιβάνη»), στις σελίδες της οποίας συναντά κανείς το ελληνικό θέατρο των τελευταίων 60 χρόνων. Με τη θεατρική επιχειρηματία Νινέτα Λεμπέση -σχέση ζωής- είχαν δύο παιδιά, την Νταίζη και τον Παναγιώτη, και ήταν ένα από τα πιο αγαπημένα ζευγάρια του χώρου.
Τασσώ Καβαδία – Η αγαπημένη « κακιά» του ελληνικού σινεμά
Πλήρης ημερών, στα 91 της χρόνια έφυγε από τη ζωή η Τασσώ Καββαδία στις 18 Δεκεμβρίου. Πεθερά, αδελφή, νύφη ακόμα και δεσμοφύλακας αναμορφωτηρίου, η Τασσώ Καββαδία καθιερώθηκε στο ρόλο της «κακιάς».
Η ίδια έλεγε: «Ήμουν αυστηρή, όχι κακιά, αλλά σωστή για τα δεδομένα της εποχής. Δεν είχα άδικο να αντιπαθώ την Τζένη Καρέζη που τα' φτιάξε με τον Κούρκουλο, ο οποίος ήταν αρραβωνιασμένος με την κόρη μου, ή με τον Μάνο Κατράκη που η κομμώτρια Λάσκαρη τον απατούσε και του έτρωγε τα λεφτά».
Στο θέατρο, πάντως, έπαιξε ρόλους που κάλυπταν όλο το ρεπερτόριο, με μοναδική εξαίρεση την αρχαία τραγωδία. «Δεν έπαιξα αρχαία τραγωδία γιατί τη σέβομαι πάρα πολύ, είναι κάτι μουσειακό για μένα. Ποτέ δεν μου έγινε πρόταση. Δεν μου αρέσει το μουσειακό θέατρο, μου αρέσει το καθημερινό θέατρο», είχε δηλώσει.
Σπούδασε πιάνο στην Αθήνα, ζωγραφική και διακόσμηση στο Παρίσι, σκηνογραφία και ενδυματολογία κοντά στο Γιάννη Τσαρούχη και υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης κοντά στον Κάρολο Κουν.
Από το 1954 ώς το 1967 εργάστηκε στο ραδιόφωνο ως δημιουργός και εκτελέστρια. Από το 1955 ώς το 1969 εργάστηκε σε εφημερίδες και περιοδικά ως συντάκτρια του ελεύθερου και καλλιτεχνικού ρεπορτάζ. Επίσης, ασχολήθηκε με λογοτεχνικές και άλλες μεταφράσεις.
Έπαιξε σε ελληνικές και ξένες παραστάσεις, σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες («Κυριακάτικο ξύπνημα», «Στέλλα», «Διακοπές στην Αίγινα», «Το κλωτσοσκούφι», «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», «Στεφανία», «Καπετάν φάντης μπαστούνι», «Όλγα αγάπη μου», «Η κραυγή μιας αθώας», «Ξύπνα, Βασίλη!», «Μια τρελή τρελή σαραντάρα», «Προς την ελευθερία», «Θηλυκή εταιρεία» κ.ά), ενώ είχε εμφανιστεί και στην τηλεόραση («Ο χήρος, η χήρα και τα χειρότερα», «Παππούδες εν δράσει», «Για μια γυναίκα και ένα αυτοκίνητο κ.ά).
Σπύρος Κωτσόπουλος – Ο πολυπράγμων
Σε ηλικία μόλις 43 ετών ο Σπύρος Κωτσόπουλος «έσβησε» ξαφνικά, καθώς έχασε τη μάχη με την επάρατη νόσο.
Ο γνωστός ηθοποιός, ενδυματολόγος και σκηνογράφος έμαθε από τους γιατρούς ότι σε μια εβδομάδα θα έρθει το τέλος, καθώς έπασχε από καλπάζοντα καρκίνο στο ήπαρ και δεν πρόλαβε να το συνειδητοποιήσει.
Συγγενείς, φίλοι και συνάδελφοί του, μόλις έμαθαν την είδηση του θανάτου του, σοκαρίστηκαν.
Ο Νίκος Παπατάκης – Ένας έλληνας στο Παρίσι
Την τελευταία του πνοή άφησε την Τετάρτη (22/12)το πρωί ο σκηνοθέτης Νίκος Παπατάκης, σε ηλικία 92 ετών.
Ο σκηνοθέτης της «Φωτογραφίας» και των «Βοσκών της συμφοράς», ο αιρετικός Έλληνας της διασποράς, πέθανε στο Παρίσι, όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια.
Γεννημένος στην Αντίς-Αμπέμπα από Έλληνα πατέρα και μητέρα ντόπια, έζησε τα πρώτα χρόνια του ανάμεσα στην Αιθιοπία και την Ελλάδα. Το 1939 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Ξεκίνησε να δουλεύει κομπάρσος σε ταινίες. Στη συνέχεια έγινε ιδιοκτήτης του περίφημου καμπαρέ «La Rose Rouge», όπου τραγουδούσε η μούσα των υπαρξιστών, Ζιλιέτ Γκρεκό. Ήταν ήδη παντρεμένος με την ηθοποιό Ανούκ Εμέ, με την οποία απέκτησαν μία κόρη, τη Μανουέλλα.
Η πρώτη του ταινία, «Οι άβυσσοι» (1963), βασισμένη στις «Δούλες» του Ζάν Ζενέ, με θέμα την ιστορία των αδελφών Παπέν που κατακρεούργησαν την κυρία τους, προκάλεσε σκάνδαλο. ΄Το Φεστιβάλ των Κανών μάλιστα αρνήθηκε να την προβάλλει.
Ακολούθησε το 1967 μία ακόμη τολμηρή ταινία, «Οι βοσκοί της συμφοράς». Το «Gloria Mundi» (1976) είχε θέμα τα βασανιστήρια στην Αλγερία. Κατά τη διάρκεια του αγώνα των Αλγερινών κατά της γαλλικής αποικιοκρατίας είχε δράσει ως «διακομιστής αποσκευών» για το FLN .
Επέστρεψε στο σινεμά με τη «Φωτογραφία» (1987), μία από τις πιο ωραίες ελληνικές ταινίες.
Η τελευταία του ταινία ήταν οι «Ισορροπιστές», το 1992.
Καλό ταξίδι σ’ όλους!
cosmo
αξεχαστοι!!!!!!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή